CELEBRITIESSHOWBIZRoger Moore: O «πιο γοητευτικός Bond» δεν ήταν ποτέ «Άγιος»

Roger Moore: O «πιο γοητευτικός Bond» δεν ήταν ποτέ «Άγιος»

Ο «πιο γοητευτικός James Bond» -σίγουρα ο πιο εμπορικός- πέθανε στα 89 του χρόνια, χάνοντας μια σύντομη, αλλά γενναία μάχη με τον καρκίνο. Ξανθός, γαλανομάτης, αριστοκρατικός, πνευματώδης, ο sir Roger Moore ήταν ένας αληθινός ladiesman. Στην οθόνη κι έξω απ’ αυτή.

Της Κάλλιας Καστάνη

H Βritt Ekland, η Jane Seymour, η Τanya Roberts, το ένα μετά το άλλο, τα θρυλικά Bond girls, «κατέφυγαν»  στα social media για να τον αποχαιρετήσουν: «Ο Roger ήταν ένας υπέροχος τύπος». «Όμορφος, κομψός, αστείος, χαιρόσουν να παίζεις μαζί του». «Είμαι συντετριμμένη». 19 Βond girls σε 7 ταινίες – κανένας, δεν είχε περισσότερα. Mάλλον γιατί κανένας Bond δεν ήταν πιο αληθινός από κείνον. Ο Moore δεν ήταν τόσο σκληρός όσο ο Connery, τόσο καλοφτιαγμένος ή αθλητικός όσο ο Craig, τόσο αινιγματικός ή ενδιαφέρων όσο ο Βrosnan, αλλά ήταν ο 007. Cool, στιλάτος και βουτηγμένος στο βρετανικό φλέγμα, από τη φόδρα των χειροποίητων Saville Row κοστουμιών του, ως την άκρη των ειρωνικά υψωμένων φρυδιών του, τα οποία, ο ίδιος, σε μια έξαρση αυτοσαρκασμού χαρακτήριζε «ένα από τα 2-3 καλά υποκριτικά χαρτιά μου». («Σήκωμα αριστερού φρυδιού, δεξιού φρυδιού και των δύο φρυδιών ταυτόχρονα…»). Το είδος του άντρα, που θα μπορούσε να ανέβει ένα βουνό, να πέσει από ένα αεροπλάνο, να διαρρήξει ένα χρηματοκιβώτιο, να εξουδετερώσει μια θανάσιμη απειλή για τον πλανήτη ή να πάει μια γυναίκα στο κρεβάτι – όλα το ίδιο πρωινό κι όλα χωρίς να ανοιγοκλείσει βλέφαρο.

Το παράδοξο είναι πως αυτή η γοητευτική επιφάνεια, έκρυβε μια βαθιά ρωγμή – σε μια από τις παλιότερες συνεντεύξεις του, ο ηθοποιός είχε εξομολογηθεί πως, μεγαλώνοντας, δεν είχε καθόλου αυτοπεποίθηση με τα κορίτσια. «Στην εφηβεία μου ήμουν πολύ ανασφαλής. Κι έτσι “εφευρέθηκε” ο Roger Moore. Ήμουν πιθανότατα ντροπαλός. Πάντα, όμως, ήμουν τυχερός…». Ο ίδιος, απέδιδε τη συστολή του, στο γεγονός πως είχε υπάρξει υπέρβαρος. («Θυμάμαι τον πατέρα μου να μου τραβάει τη ζώνη από το αδιάβροχό μου και να μου λέει ότι είμαι σαν σάκος από πατάτες, δεμένος και άσχημος»). Στην αυτοβιογραφία του, παραδέχτηκε πως είχε χρειαστεί να ιδρώσει τη φανέλα του πριν το casting για το πρώτο του Bond movie. «Οι έφηβοι σήμερα έχουν εμμονή με τους κοιλιακούς και το six-pack. Ποτέ δεν είχα αυτή την εμμονή. Όταν πήγα στο Χόλιγουντ έπρεπε να πάω γυμναστήριο. Η ιδέα ήταν ότι θα έπρεπε να μοιάζω με τον Daniel Craig μόνο που τότε δεν τον είχαν γνωρίσει ακόμα». Το βάρος του, εν τέλει, δεν στάθηκε εμπόδιο – στο πρώτο του δοκιμαστικό ο sir Roger Moore θεωρήθηκε «υπερβολικά αγγελικός» . «Ήμουν τόσο όμορφος που οι γυναίκες ηθοποιοί δεν ήθελαν να δουλέψουν μαζί μου»…

OI ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ

Η σχέση του με τις σημαντικότερες γυναίκες της ζωής του ήταν διαφορετική. Θυελλώδης, παθιασμένη, εξαρτητική. Δύο από τις τέσσερις συζύγους του τον κακοποιούσαν, δύο άλλες αρνούνταν να του δώσουν διαζύγιο. Τον έβριζαν «εγωιστή μπάσταρδο» – σε όλα αυτά εκείνος απαντούσε με τυπικό, βρετανικό φλεγματικό χιούμορ: «Είναι αληθινά αξιαγάπητες γυναίκες, με πολύ κακό γούστο στους άντρες».

Η πρώτη από τις τέσσερις γυναίκες του, ήταν η ηθοποιός και αθλήτρια του πατινάζ Doorn van Steyn. Έξι χρόνια μεγαλύτερή του. Χωρισμένη. Γνωρίστηκαν, όταν φοιτούσε στη Βασιλική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης. Παντρεύτηκαν το 1946. Ο Roger, ήταν μόλις 19 χρονών, δεν είχε σταθερή δουλειά, κέρδιζε ελάχιστα, κάνοντας τον κομπάρσο. Εκείνος και η Doorn δεν είχαν λεφτά για να νοικιάσουν δικό τους σπίτι, έμεναν σε ένα δωματιάκι στο σπίτι των δικών της. Καυγάδιζαν διαρκώς, η Doorn του φώναζε «ποτέ δεν θα γίνεις ηθοποιός, έχεις μεγάλο σαγόνι και μικρό στόμα». Μια φορά τον δάγκωσε, μια άλλη φορά, πάνω στα νεύρα της, του πέταξε μια καυτή τσαγιέρα στο κεφάλι. Της είπε πως την εγκαταλείπει κι εκείνη πήγε και κλείστηκε στο μπάνιο. Όταν έσπασε την πόρτα, βρήκε όλα του τα  ρούχα να μουλιάζουν στην μπανιέρα. «Ορίστε, τώρα φύγε» τον κορόιδεψε. Χρειάστηκε να περιμένει λίγο να στεγνώσουν τα παντελόνια του, αλλά δεν άλλαξε απόφαση. Ο γάμος του είχε τελειώσει.

Το 1953, γνώρισε σε ένα πάρτι την Ουαλλή τραγουδίστρια Dorothy Squires – επίσης μεγαλύτερή του, κατά 13 χρόνια. Ερωτεύτηκαν κεραυνοβόλα. Παντρεύτηκαν στη Νέα Υόρκη κι έμειναν στην Αμερική – η καριέρα του Roger ήταν έτοιμη να απογειωθεί, λίγους μήνες αργότερα θα υπέγραφε συμβόλαιο με την MGM, θα έπαιζε με την Elizabeth Taylor, στο «The Last Time I Saw Paris» (1954). Όμως, η ατμόσφαιρα -και- σε αυτό τον γάμο του ήταν νευρική, τεταμένη. Η Dorothy έμεινε έγκυος και απέβαλε. Ζήλευε υπερβολικά, γκρίνιαζε πως ο Roger είχε ξετρελαθεί με την ηθοποιό Dorothy Provine, του έκανε τεράστιες σκηνές, μπροστά σε κόσμο. Γινόταν βίαιη – μια φορά, έσπασε μια κιθάρα πάνω στο κεφάλι του. «Καθόμουν στην άλλη άκρη του τραπεζιού και γρατζουνούσα την κιθάρα μου και κείνη γκρίνιαζε για κάτι, δεν πολυπρόσεχα. Το επόμενο πράγμα που θυμάμαι είναι να μου φεύγει η κιθάρα από τα χέρια, μετά πάνω από το κεφάλι  μου και μετά… μπαμ, κάτω. Την κατέστρεψε. Είχε σπουδαίο ταμπεραμέντο».

Το «ταμπεραμέντο της Squires «ξεδιπλώθηκε» κι άλλο όταν έμαθε πως ο άντρας της είχε δεσμό με την Ιταλίδα ηθοποιό Luisa Mattioli. «Πέταξε ένα τούβλο στο παράθυρο καθώς περνούσα απ’ έξω, και καθώς πήγε να αρπάξει από το πουκάμισο μέσα από το σπασμένο τζάμι, τραυμάτισε τα χέρια της… Ήρθε η αστυνομία και είπαν ότι αιμορραγούσε. / Εκείνη ανταπάντησε ότι ήταν η καρδιά της που αιμορραγούσε».

Ο Μoore είχε γνωρίσει τη Mattioli στην Ιταλία, στα γυρίσματα της ταινίας «Η αρπαγή των γυναικών των Σαβίνων» – δεν ήξερε λέξη ιταλικά, η Luisa δεν μιλούσε αγγλικά. Έγιναν το τέλειο ζευγάρι. Στην αρχή, η Squires αρνήθηκε να αποδεχθεί τον χωρισμό, του έκανε μήνυση. Το δικαστήριο αποφάνθηκε πως ο ηθοποιός έπρεπε να επιστρέψει στη νόμιμη σύζυγό του εντός 28 ημερών, αλλά o Roger αρνήθηκε να συμμορφωθεί. Aκολούθησε ένα μπαράζ αλληλομηνύσεων, ασφαλιστικών μέτρων, κλπ, σε μια ατέρμονη δικαστική διαμάχη. Εν τέλει, επτά χρόνια αργότερα η Squires έδωσε τη συγκατάθεσή της για το διαζύγιο και τον Απρίλιου του 1969, ο Roger Moore (ο οποίος συνήθιζε να «αποκαθιστά» τις ερωμένες του), παντρεύτηκε τη Mattioli με πολιτικό γάμο στο Λονδίνο. Μέχρι τότε, είχαν αποκτήσει δυο παιδιά, την Deborah και τον Geoffrey και θα αποκτούσαν ακόμα έναν γιο, τον Christian (Σ.σ. Παρά τη δικαστική τους «έχθρα», όταν η Squires προσβλήθηκε από καρκίνο, το 1996, ο Moore πλήρωσε όλα τα έξοδα και τα νοσήλιά της, ως το θάνατό της δυο χρόνια αργότερα).

Το 1996, ήταν η σειρά της Luisa να περάσει στην «άλλη όχθη». Έμαθε πως ο Roger την εγκατέλειπε για τη φίλη της, Κristina «Kiki» Tholstrup -μια Δανέζα πολυεκατομμυριούχο- από το τηλέφωνο («Δεν είπα ποτέ πως είμαι καλός άνθρωπος. Είμαι μάλλον δειλός»). Την ίδια χρονιά, ο ηθοποιός είχε διαγνωστεί με καρκίνο του προστάτη – μία εμπειρία που τον έκανε, είπε, να «επαναξιολογήσει τη ζωή και τον γάμο του».

Για το τρίτο διαζύγιό του ο Μoore δεν έκανε κανένα σχόλιο. Είπε ότι δεν ήθελε να πληγώσει τα παιδιά του, εμπλεκόμενος «σε έναν πόλεμο λέξεων». Ακόμα κι έτσι, η Deborah, o Geoffrey και ο Christian δεν μιλούσαν στον πατέρα τους για μήνες. Όσο για την προδομένη Μattioli, αρνιόταν να του δώσει διαζύγιο μέχρι το 2000, οπότε προχώρησαν σε έναν διακανονισμό διατροφής ύψους 10 εκατομμυρίων λιρών. Ο Μoore παντρεύτηκε την Tholstrup το 2002 και έζησαν μαζί ως το τέλος του. Κουρασμένος από τους θυελλώδεις έρωτές του, ο Άγιος- αμαρτωλός δήλωνε πως, επιτέλους είχε βρει την ευτυχία δίπλα σε μια γυναίκα «οργανωμένη, ήρεμη, ρομαντική και τρυφερή». Οι γάμοι, εξηγούσε, δεν τον είχαν κάνει περισσότερο σοφό.

«Νομίζω πως δεν έμαθα και πάρα πολλά, αλλιώς δεν θα είχα παντρευτεί τέσσερις φορές. Αυτό που σίγουρα έμαθα, είναι ότι πάντα πρέπει να έχεις τον τελευταίο λόγο σε μια διαμάχη. Που είναι: “Ναι, αγάπη μου”…».

ΣΧΕΤΙΚΑ

LIKE NEWS