CELEBRITIESΣταμάτης Κραουνάκης: Αυτό που ζω δεν μου αρέσει καθόλου

Σταμάτης Κραουνάκης: Αυτό που ζω δεν μου αρέσει καθόλου

Ο γνωστός δημιουργός, με αφορμή τις παραστάσεις με τους Σπείρα Σπείρα στην Κύπρο, μας μιλά για όλα αυτά που τον εξοργίζουν στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, τη δημιουργία που ήταν πάντα μέρος της ζωής του και την πρώτη του επαφή με τη μουσική, που την έχει συνδέσει με εκείνη τη μέρα που η μητέρα του μπήκε με ένα μεταχειρισμένο πιάνο στο σπίτι.

Από τη Νταϊάνα Αζά

Περιστρεφόταν πάντα η ζωή σας γύρω από τη δημιουργία;
Πάντα ήταν δημιουργική η ζωή μου, δεν έχω άλλη ζωή. Θυμάμαι, όταν μπήκε το πρώτο μας πιάνο στο σπίτι, ήμουν μόλις 8 χρονών. Έκατσα και τα χέρια μου ήταν σαν να πήγαιναν μόνα τους στα πλήκτρα και να παίζουν μουσική.

Τι θυμάστε πιο έντονα από εκείνη τη μέρα;
Ήταν ένα μεταχειρισμένο πιάνο, που είχαμε αγοράσει φτηνά και θυμάμαι χαρακτηριστικά τη μυρωδιά του ξύλου και την εικόνα της μητέρας μου που το έφερε στο σπίτι. Τα πλήκτρα που ήταν λίγο κιτρινισμένα κι αυτό τον υπέροχο ήχο που έβγαινε από το πιάνο – κουνούσες τα δάχτυλά σου και έβγαινε μουσική! Μέχρι και σήμερα όταν κάθομαι στο πιάνο, μου έρχεται στο μυαλό αυτή η μυρωδιά. Αυτά είναι πράγματα που δεν φεύγουν εύκολα από το μυαλό, έχουν αποτυπωθεί βαθιά και μένουν χαραγμένα μέσα μας για πάντα.

Πότε γράψατε το πρώτο σας τραγούδι;
Ακριβώς δεν θυμάμαι, αλλά ήμουν γύρω στα 15. Αυτό που διεσώθη ως πρώτο τραγούδι είναι η «Επιλύχνιος ευχαριστία» («Η μάνα μου τρελαίνεται τα βράδια», «Το τραγούδι του Δημήτρη») και από τότε έχω φτιάξει μερικές ακόμα διασκευές του.

Ποια ήταν τα ακούσματά σας τότε και ποια είναι σήμερα;
Τότε άκουγα πολύ Χατζιδάκι, Beetles, Rolling Stones, Santana και στη συνέχεια μπήκε ο Θεοδωράκης και ο Μαρκόπουλος. Μετά μελέτησα και διάβασα πάρα πολύ το ελληνικό λαϊκό τραγούδι. Τώρα ακούω τα πάντα, με μια εμμονή στα ιδιαίτερα λαϊκά κλασικά τραγούδια.

Αυτές ήταν και οι επιρροές σας;
Δεν μπορώ να πω ότι είχα σαφείς επιρροές. Υπήρχαν μυρωδιές, όμως, από αυτά όλα.
Υπάρχει κάποια συμβουλή που θυμάστε να σας έχουν δώσει στην αρχή της καριέρας σας και που να την έχετε ακολουθήσει;
Ο Χατζιδάκις μού είχε πει κάτι πολύ ενδιαφέρον, αλλά δεν κατάλαβα αμέσως τι εννοούσε. «Μην περιμένεις να σε διαλέξει το κοινό, εσύ θα διαλέξεις το κοινό σου», με συμβούλεψε αλλά τότε – το βρήκα λίγο σνομπ. Είχε δίκαιο, όμως. Δεν περιμένεις να σε επιλέξουν, αλλά τον κόσμο σου δημιουργεί αυτό που εσύ εκπέμπεις.

Τι είναι αυτό που έχει ανάγκη το κοινό σήμερα;
Δεν μου αρέσει να το αποκαλώ κοινό γιατί δεν είναι μάζα, είναι άνθρωποι. Κάποια στιγμή, στην παράσταση, τους λέω «μπορώ να σας κοιτάξω όλους έναν-έναν, από τον πρώτο μέχρι αυτόν που βρίσκεται πίσω και να ξέρω ότι μπορώ να σας φιλήσω». Και τους βάζω να λένε τραγουδιστά «σ’ αγαπώ» ο ένας στον άλλον. Αυτοί οι άνθρωποι πάνε με αναμονή να δούνε έναν καλλιτέχνη που αγαπάνε και ξαφνικά ανακαλύπτουν άλλους εννέα καλλιτέχνες, εξίσου δυνατούς. Φεύγουν με ελπίδα, κι αυτό είναι κάτι.

Γιατί μιλάνε όλοι γι’ αυτή την παράσταση;
Αγαπήθηκε πολύ και έχουν γραφτεί πολύ ωραία πράγματα, είναι αλήθεια. Ξέρετε κάτι, όμως; Αυτό που νιώθω μετά από τόσες παραστάσεις, είναι πως δεν έχει γεράσει αυτό το πράγμα μέσα μας. Θα μπορούσαμε να έχουμε κουραστεί, αλλά όχι, αντιθέτως αναμένουμε την ώρα που θα το ξανακάνουμε γιατί νιώθουμε τι παίρνει ο κόσμος απ’ αυτό – ανοίγει η ψυχή του και ανοίγει και η δικιά μας η ψυχή. Η στιγμή που ερχόμαστε στην Κύπρο είναι η καλύτερη στιγμή. Δοκιμάστηκε σε όλα τα είδη χώρων και δουλεύει παντού. Κι αυτό γιατί έχει μέσα του αλήθεια, αληθινό αίσθημα και ωραία τραγούδια, πολλά από αυτά συλλογικής μνήμης. Όταν βγαίνω στη σκηνή, γύρω στη μία ώρα και είκοσι λεπτά, το κέφι έχει ήδη ανέβει πολύ ψηλά. Η δουλειά που έχω να κάνω, είναι να τους κάνω όλους να νιώθουν σαν να έχουν έρθει στο σπίτι μου. Και νομίζω πως το πετυχαίνω, γιατί γίνεται κάτι πολύ όμορφο στο τέλος.

Βγαίνετε απ’ τον καλλιτεχνικό μικρόκοσμο; Συνομιλείτε με τον κόσμο;
Τώρα περνάω μια φάση που είμαι πολύ σπίτι γιατί δουλεύω – κυρίως διαβάζω, ακούω μουσική και γράφω. Όταν βγαίνω, όμως, είμαι κοινωνικότατος. Μου αρέσει να μιλάω με τους ανθρώπους και πιο πολύ να τους ακούω.

Πώς βιώνετε τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα;
Επειδή αυτό που ζω δεν μου αρέσει καθόλου, κοιτάζω να είμαι ελαφρώς αποστασιοποιημένος. Δεν μου αρέσει ούτε η κυβέρνηση, ούτε οι άνθρωποί της, δεν θέλω να ξέρω ότι έχω σχέση με αυτούς τους ανθρώπους. Είμαι αποστασιοποιημένος και από την αριστερά που είναι το σπίτι μου, αλλά είμαι κοντά στους ανθρώπους γιατί αυτή τη στιγμή έχουν ανάγκη από χάδια.

Τι σας θυμώνει πιο πολύ;
Η βλακεία. Και ο φασισμός.

Ελπίζετε σε ένα καλύτερο μέλλον;
Αυτή τη στιγμή ζούμε μια από τις πιο δύσκολες περιόδους, παγκόσμια, αλλά δεν μπορεί κανείς να μην ελπίζει. Αυτό είναι κάτι που ακολουθεί το ανθρώπινο είδος.

Info:
25 Ιανουαρίου, 20:30, Ριάλτο, Λεμεσός, 77777745.
26 Ιανουαρίου, 20:00, Δημοτικό Θέατρο Λευκωσίας, 22797979.
Η ομάδα: Δημήτρης Ανδρεάδης: πλήκτρα/ Χρήστος Γεροντίδης: φωνή, καχόνε/ Αλέξανδρος Καμπουράκης: ακορντεόν/ Σάκης Καραθανάσης: φωνή, κιθαρόνι, καχόνε/ Κώστας Μπουγιώτης: φωνή, καχόνε/ Βασίλης Ντρουμπoγιάννης: πιάνο/ Βάιος Πράπας: φωνή, κιθάρες, μπουζούκι/ Γιώργος Στιβανάκης: φωνή, μαράκες, ντέφι/ Γιώργος Ταμιωλάκης – τσέλο/ Κοστούμια: Θοδωρής Καραγκούνης, L’A Pro atelier.

ΣΧΕΤΙΚΑ

LIKE NEWS