CELEBRITIESΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣΣωτήρης Κοντιζάς-Λεωνίδας Κουτσόπουλος-Πάνος Ιωαννίδης: Όλοι για έναν κι ένας για όλους

Σωτήρης Κοντιζάς-Λεωνίδας Κουτσόπουλος-Πάνος Ιωαννίδης: Όλοι για έναν κι ένας για όλους

Το «MasterChef», ο μεγαλύτερος τηλεοπτικός διαγωνισμός μαγειρικής που προβάλλεται με τεράστια επιτυχία σε περισσότερες από 40 χώρες, επιστρέφει τη Δευτέρα στο Omega με τον 4ο κύκλο, για να αναδείξει τον επόμενο Έλληνα MasterChef!

Νέα χρονιά, νέος κύκλος, νέοι παίκτες, ένα μόνο στοιχείο μένει ίδιο και αδιαπραγμάτευτο: η απαίτηση των τριών κορυφαίων σεφ Σωτήρη Κοντιζά, Πάνου Ιωαννίδη και Λεωνίδα Κουτσόπουλου, για αψεγάδιαστο, γευστικό αποτέλεσμα! Τίποτα λιγότερο δεν θα είναι ανεκτό! Οι τρεις σεφ δεν ζητούν την τελειότητα, την απαιτούν! Το πάθος, το ταλέντο, η φαντασία, δεν αρκούν! Οι κριτές θέλουν να δουν στις δημιουργίες των διαγωνιζόμενων, πρωτοτυπία, τεχνική, ξάφνιασμα γεύσεων, θέλουν να απολαύσουν πιάτα φροντισμένα με αγάπη, δουλειά, υπομονή. Και κυρίως θέλουν να τους αφήσουν απλώς με το στόμα ανοιχτό! Μόνο έτσι θα καταφέρουν να κερδίσουν την πολυπόθητη ποδιά και να συνεχίσουν για να κατακτήσουν την κουζίνα του παιχνιδιού! Και φέτος, οι κριτές θα επιλέξουν τους καλύτερους υποψήφιους και θα τους καθοδηγήσουν ώστε ένας από αυτούς να αναδειχθεί ο επόμενος Έλληνας «MasterChef». Ο διαγωνιζόμενος, που θα ξεπεράσει, όχι τους αντιπάλους του, αλλά τον εαυτό του και τις εξαιρετικά εφευρετικές μαγειρικές δοκιμασίες, θα είναι εκείνος, που θα αναδειχθεί νικητής και θα κερδίσει, πέρα από τον τίτλο και το έπαθλο των 50.000 ευρώ! Και αυτή τη σεζόν, ιδιαίτερο ρόλο θα έχει ο Γιάννης Αποστολάκης.

Reward Day

Μετά την ομαδική δοκιμασία, τα μέλη της νικήτριας ομάδας επιβραβεύονται με μια εξόρμηση σε ξεχωριστούς χώρους εστίασης παρέα με τον Γιάννη Αποστολάκη. O Γιάννης, ως chef αλλά και ως παλιός συμμετέχων του διαγωνισμού, είναι ο άνθρωπος-μέντορας που επισκέπτεται μαζί με τους νικητές της ομαδικής δοκιμασίας, ιδιαίτερους χώρους εστίασης και κρυμμένα μέρη γαστριμαργικού ενδιαφέροντος (bar restaurants, high-end εστιατόρια, σύγχρονες καντίνες, μεζεδοπωλεία ή παραδοσιακές ταβέρνες). Μέσω αυτής τα διαδικασίας, οι διαγωνιζόμενοι απολαμβάνουν μια μέρα χαλάρωσης καθώς βγαίνουν έξω από το στενό πλαίσιο του διαγωνισμού, γνωρίζουν chef, παρατηρούν λεπτομέρειες που αφορούν τη συνολική εμπειρία του φαγητού (décor, service, plating, food styling) και παίρνουν την απαραίτητη έμπνευση, για την παραμονή τους στον διαγωνισμό. Ο παλιός γνώριμος, Γιάννης Αποστολάκης, τους εξασφαλίζει πρόσβαση στις κουζίνες, τους φέρνει σε επαφή με τους ιδιοκτήτες και τους head chef και γίνεται ο συνδετικός κρίκος της παρέας, όντας ταυτόχρονα ο ειδήμων ο οποίος προσφέρει τις απαραίτητες γνώσεις, πληροφορίες και tips προς τους επίδοξους μελλοντικούς MasterChef.

Τα νέα πρόσωπα

Food and Beverage Manager στον φετινό κύκλο του παιχνιδιού, ο άνθρωπος, που θα επινοεί τις συνταγές στις δοκιμασίες των υποψηφίων και θα έχει τον απόλυτο έλεγχο του pantry, δηλαδή της αποθήκης τροφίμων, θα είναι ο έμπειρος Νίκος Θωμάς. Από την άλλη, ο σεφ Θοδωρής Παπανικολάου αυτή τη σεζόν θα είναι ο Food Stylist & Coach των υποψήφιων «MasterChef» και θα τους προσφέρει τη γνώση και την εμπειρία του στην πρωτότυπη παρουσίαση των πιάτων, ώστε να είναι ετοιμοπόλεμοι, στις πολλές μαγειρικές δοκιμασίες, που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν.

Οι οντισιόν

Η ολοκλήρωση του δεύτερου κύκλου του «GNTM» άνοιξε τον δρόμο για έναν ακόμη κύκλο του μαγειρικού ριάλιτι, το οποίο ξεκίνησε την προετοιμασία του από τον περασμένο μήνα. Την ερχόμενη Δευτέρα, στις 9.15μ.μ., στο Omega, το «MasterChef» κόβει κορδέλα και κάθε Δευτέρα, Τρίτη και Τετάρτη, την ίδια ώρα, όλοι οι υποψήφιοι σεφ ετοιμάζονται να επιδείξουν τις δυνάμεις τους ανάμεσα σε μπλασαρίσματα, καβουρδίσματα και… φαντασία. Κατά τη διάρκεια των οντισιόν, οι Σωτήρης Κοντιζάς, Πάνος Ιωαννίδης, Λεωνίδας Κουτσόπουλος, είδαν, γεύθηκαν,  απογοητεύθηκαν αλλά και γοητεύθηκαν! Η ταχύτητα, η συνέπεια, η δημιουργικότητα, η αφοσίωση, η λεπτομέρεια, θα κρίνουν την πορεία των παικτών στο παιχνίδι. Οι πιο «αδύναμοι» αποχωρούν από τον διαγωνισμό μέσα από εβδομαδιαίες δοκιμασίες. Ένα ταξίδι ζωής ξεκινά για πολλούς αλλά μόνο ένας θα αναδειχθεί ο επόμενος Έλληνας «MasterChef»!

ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

ΑΠ’ ΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΣΤΑ MICHELIN

Ονειρευόταν να γίνει ποδοσφαιριστής, ως φανατικός οπαδός της ομάδας του Πανιωνίου αλλά και ως γέννημα θρέμμα της Νέας Σμύρνης. Τελειώνοντας το λύκειο μπήκε τυχαία, κατόπιν παρότρυνσης ενός φίλου του σε μια σχολή μαγειρικής, την οποία ποτέ δεν τελείωσε, αφού θέλησε να περάσει στην ενεργό δράση και να εργαστεί. Θέλοντας να μάθει τις πρώτες ύλες από πρώτο χέρι, ξεκίνησε να δουλεύει αμισθί σε ένα κρεοπωλείο και ένα αρτοποιείο. Κατόπιν εργάστηκε αρχικά στο πλευρό του Γιάννη Γκελντή και στη συνέχεια στον άλλοτε κριτή του «MasterChef», τον Γιάννη Λουκάκο, τον οποίο θεωρεί «μαγειρικό του μπαμπά». Κάποια στιγμή, όμως, θέλησε να τολμήσει, να ανοίξει τα φτερά του για το εξωτερικό και να χτυπήσει την πόρτα του εστιατορίου του διάσημου Gordon Ramsay, τα βιβλία του οποίου αγαπούσε να διαβάζει. Και τα κατάφερε. Στη συνέχεια δούλεψε σκληρά δίπλα σε μεγάλες μορφές της διεθνούς γαστρονομίας και σε κουζίνες υψηλών απαιτήσεων με πολλά αστέρια Michelin. Εργαζόταν σχεδόν όλη μέρα και η αμοιβή του ήταν ελάχιστη. Κάποια στιγμή επέστρεψε στην Ελλάδα και έπιασε δουλειά σε γνωστά εστιατόρια της Αθήνας. Όταν του πρότειναν να αναλάβει ένα εστιατόριο στη Γερμανία είπε αμέσως «ναι», χωρίς τελικά ποτέ να μπορέσει να προσαρμοστεί εκεί, γι’ αυτό έπειτα από έξι μήνες παραμονής πήρε το αεροπλάνο και γύρισε στα πάτρια εδάφη. Tην περίοδο που το «MasterChef» προβαλλόταν από το Mega, ήρθε και η πρόταση για το ριάλιτι μαγειρικής, για συμμετοχή του στην προετοιμασία των δοκιμασιών, σε ένα σημαντικό οργανωτικό backstage ρόλο, ως food and beverage producer. Παράλληλα πέρασε από μεγάλα εστιατόρια για να βρεθεί σήμερα στον ρόλο του executive chef στον εστιατόριο Feedέλ Urban Gastronomy. Του αρέσει πολύ να κάνει βόλτες με τη μηχανή του, ακούει Τρύπες, Διάφανα Κρίνα, Ξύλινα Σπαθιά, Panx Romana, Θανάση Παπακωνσταντίνου και Γιάννη Αγγελάκα, αγαπά πολύ τα ζώα, μια και έχει δύο σκύλους και ένα γάτο. Αν και όλοι νομίζουν ότι είναι μικροσκοπικός, στην πραγματικότητα είναι κι αυτό… ψηλό. Για την ακρίβεια, έχει ύψος 1,74. «Ο Πάνος και ο Σωτήρης είναι θηρία, οπότε στην τηλεόραση μοιάζω με ψηλό νάνο, την έχω πατήσει για τα καλά. Όλοι νομίζουν ότι είμαι 1,40» είχε δηλώσει στο D.T. Είναι υποχόνδριος με την καθαριότητα. «Θέλω τα καρότα να είναι στοιχισμένα στο ψυγείο, τα μπλε ταπεράκια να είναι όλα μαζί. Δεν θέλω να βλέπω δαχτυλιές πουθενά, περνώ τις επιφάνειες με baby oil. Το αξιοπερίεργο είναι ότι το σπίτι μου είναι ένα αχούρι, ένας στάβλος και το αμάξι μου σκουπιδοτενεκές».

ΠΑΝΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ

ΑΠΟ ΧΙΠΙΣ… ΖΕΝ ΠΡΕΜΙΕ!

Έχει καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη, γεννήθηκε στην Αθήνα, αλλά μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Ο προπάππος του ήταν σεφ στη γαλλική πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης, ενώ οι δύο γιαγιάδες του, ήταν Πολίτισσες και εξαιρετικές μαγείρισσες. Ο ίδιος μπήκε στην κουζίνα πολύ μικρός και το πρώτο φαγητό που έφτιαξε σε ηλικία 9 ετών, ήταν ένα μυδοπίλαφο. Στα 16 του για να μπορεί να συντηρεί τον εαυτό του, ξεκίνησε να εργάζεται. Υπήρξε σερβιτόρος, υπάλληλος συνεργείου αυτοκινήτων, μπάρμαν, πλανόδιος πωλητής κοσμημάτων και δούλεψε και ως μοντέλο διαφημίσεων. Κατόπιν σπούδασε σε σχολή τουριστικών επαγγελμάτων και πήρε πτυχίο από ελβετικό κολέγιο στο μάρκετινγκ, στη διοίκηση εστιατορίων και στην ανάπτυξη προϊόντων. Τότε ήταν που αποφάσισε να αλλάξει την πάλαι ποτέ χίπικη εμφάνισή του και να κάνει στροφή στο look που διατηρεί μέχρι σήμερα. Η αγάπη της μητέρας του για την ιταλική κουζίνα τον οδήγησε μετά τις στρατιωτικές υποχρεώσεις του στην Ιταλία, όπου εργάστηκε κάνοντας πρακτική άσκηση σε μεγάλα εστιατόρια για 4,5 χρόνια. Εκεί δέχτηκε bullying και έπειτα επέστρεψε στην Ελλάδα και εργάστηκε για 15 χρόνια ως executive chef στη βασιλική πρεσβεία της Δανίας, στην Αθήνα, έχοντας συχνά κληθεί να μαγειρέψει ως private chef για σημαίνουσες προσωπικότητες. Παράλληλα είναι μέχρι και σήμερα καθηγητής μαγειρικής σε τουριστικές σχολές, το 2010 βρέθηκε στο «Top Chef» αλλά αποχώρησε οικειοθελώς όταν διαπίστωσε ότι οι χρόνοι δεν έβγαιναν, ενώ το 2016 του πρότειναν να συμμετέχει στο «MasterChef», με τον ίδιο να πιστεύει ότι τον ήθελαν για διαγωνιζόμενο. Τελικά πείστηκε ότι άξιζε τον κόπο να αναλάβει τον ρόλο του κριτή. Αντιπαθεί τη φέτα, στο σπίτι του ακούει jazz μουσική και βλέπει ντοκιμαντέρ. Παλιά είχε μακριά κατσαρά μαλλιά, φορούσε αλυσίδες στον λαιμό και σκουλαρίκια. Έχει δουλέψει ως σερβιτόρος, barman και μοντέλο διαφημίσεων. Κάποτε, επίσης, κοντά στα 16-17 ετών πουλούσε κοσμήματα που έφτιαχνε μόνος του, σε πάγκο σε νησιά,ενώ έχει περάσει τουλάχιστον τρεις βραδιές στο κρατητήριο της Πάρου. Δεν αποχωρίζεται το δαχτυλίδι-βέρα που του έφτιαξε ο πατέρας του, που ήταν σχεδιαστής κοσμημάτων, όταν ο Πάνος ήταν 32 χρονών. Είναι ιδιότροπος και δεν μπορεί κάποιες συγκεκριμένες συμπεριφορές από το αντίθετο φύλο. Έχει απαιτήσεις όταν είναι σε σοβαρή σχέση κι εκτιμά πολύ τις γυναίκες που ξέρουν να τρώνε. Αγαπημένο του πιάτο το spaghetti al pomodoro confit με φρέσκο βασιλικό και παρμεζάνα και ένα ποιοτικό μπέργκερ ή ένα παραδοσιακό σουβλάκι.

ΣΩΤΗΡΗΣ ΚΟΝΤΙΖΑΣ

Ο «ΦΟΥΤΖΙΤΣΟΥ» ΤΗΣ ΜΑΓΕΙΡΙΚΗΣ

Όταν ήταν μικρός έλεγε στους γονείς του ότι θα γίνει δοκιμαστής φαγητών, επειδή του άρεσε το φαγητό που μαγείρευε η μητέρα του, που είναι Γιαπωνέζα ενώ ο πατέρας του Έλληνας. Εκείνη του είχε μάθει πολλά πράγματα χωρίς να του πει σχεδόν τίποτα, είχε δηλώσει ο ίδιος. Στο άκουσμα των δηλώσεων του μικρού Σωτήρη τότε, ο πατέρας του τον έστρεψε στο καράτε. Οι γονείς του γνωρίστηκαν στο Λονδίνο, ωστόσο στη συνέχεια λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων του πατέρα του, η οικογένειά του μετακόμισε για δυο χρόνια στην Ιαπωνία και όταν ο Σωτήρης έγινε δύο ετών, ήρθαν μόνιμα στην Ελλάδα. Ο «Φουτζίτσου» όπως τον αποκαλούσαν οι συμμαθητές του, πέρασε στο πανεπιστήμιο και λίγα χρόνια αργότερα ως πτυχιούχος από το Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης του Παντείου, εργάστηκε ως τραπεζικός υπάλληλος. Η προαγωγή ωστόσο που ήρθε στη συνέχεια δεν στάθηκε αρκετή να τον κρατήσει κοντά στα χρηματοοικονομικά. Αντίθετα μάλιστα, στάθηκε αφορμή για να ξανασκεφθεί τη ζωή του και να κυνηγήσει το όνειρο των παιδικών χρόνων του, την ενασχόληση με τη μαγειρική. Για να μην έχει απωθημένα, πήγε σε μια σχολή μαγειρικής, την οποία τελικά δεν παρακολούθησε. Μέσω κοινών γνωστών αποφάσισε να τολμήσει να ζητήσει από τον γνωστό σεφ Χριστόφορο Πέσκια να μπει σε μια κουζίνα για να μάθει. Ανταποκρίθηκε πλήρως, αλλά ο Κοντιζάς ήθελε να δοκιμαστεί και σε μια κουζίνα στο εξωτερικό. Βρέθηκε στην Κοπεγχάγη και στη συνέχεια στο Λονδίνο, όπου εργάστηκε σε βραβευμένα εστιατόρια, ενώ όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, δημιούργησε μαζί με τον φίλο του Κώστα Πισσιώτη, το Nolan, όπου «παντρεύει» ελληνικά και ιαπωνικά υλικά και τεχνικές και από τις δύο χώρες. Το 2016 ανακηρύχθηκε ως ο καλύτερος πρωτοεμφανιζόμενος σεφ, σε διεθνή διαγωνισμό, ενώ το 2017 έγινε κριτής στο «MasterChef». Σε ένα εστιατόριο γνώρισε τη σύζυγό του, με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά, την κόρη του Αριάννα-Τσιχίριο και ένα γιο. Μένει στα Εξάρχεια και δεν μαγειρεύει σχεδόν ποτέ στο σπίτι. Για εκείνον το τρίπτυχο στην κουζίνα είναι: ασφάλεια, καθαριότητα, πειθαρχία. Χωρίς αυτά, δεν ξεκινά να μαγειρεύει. Αγαπά το «βρόμικο» φαγητό και συχνά μετά τη δουλειά πηγαίνει για «βρόμικο» στη Μαβίλη. Τα πιο περίεργα φαγητά που έχει δοκιμάσει είναι σούπα από χελώνα, τηγανητές πέτσες από πόδια κότας και γλώσσες πάπιας.

ΣΧΕΤΙΚΑ

LIKE NEWS