CELEBRITIESSHOWBIZΑποκλειστική προδημοσίευση από την αυτοβιογραφία του Λάκη Γαβαλά

Αποκλειστική προδημοσίευση από την αυτοβιογραφία του Λάκη Γαβαλά

Το Down Town προδημοσιεύει αποκλειστικά για την Κύπρο αποσπάσματα από το αυτοβιογραφικό βιβλίο του Λάκη Γαβαλά, «Λάκης Γαβαλάς LOADED», που θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες στην Κύπρο.

Κεφάλαιο 1ο

Γάλα κι αντίδωρο

«Μικρός, ήμουν συνεχώς σκανταλιάρης, τολμηρός, ανήσυχος και ζωηρός. Όλη την ώρα διεκδικούσα την προσοχή και δαπανούσα ατέλειωτες ώρες για να ταλαιπωρώ τη μητέρα μου με τις πότε πραγματικές και πότε προσποιητές ανορεξίες μου. Πείραζα τη γιαγιά Νότα κρύβοντάς της τις πολύχρωμες εσάρπες της και γύρευα την προστασία του έμπειρου μερακλή παντοπώλη παππού Αποστόλη, που μου έκλεινε συχνά το μάτι πονηρά και μ’ έκανε γούστο.

Η εσωτερική μου ισορροπία καθορίστηκε από τον μάγκα Πειραιώ­τη πατέρα μου, άξιο έμπορο και δημιουργικό τεχνίτη, και τη χρυσοχέρα και ευαίσθητη γιαγιά Φωτεινή, που δεν ξέφευγε ποτέ από τα μικροαστικά δεσμά της. Θαύμαζα τον αρρενωπό, περιπετειώδη παππού Παναγιώτη και τις ατέλειωτες ιστορίες του. Μου άρεσε η σνομπ θεία Παναγιώτα με τα περίτεχνα καπέλα και τα όμορφα φουστάνια, αγαπούσα την αφέλεια, την καλοσύνη και τα διαπεραστικά, αιώνια ολοζώντανα μάτια της μαμάς, ενώ με συνέπαιρνε και η γιαγιά Νότα με τις κατινιές, την εξυπνάδα και τη θεατρικότητα σε κάθε της κίνηση.

Όλοι όσους θαυμάσαμε και απωθήσαμε, όσους ερωτευτήκαμε με την τολμηρότητα της εφηβείας, όσους αγαπήσαμε με τη γενναιότητα της ωριμότητας, όσοι μας έβαλαν τρικλοποδιές, όσοι μας έδωσαν ώθηση γιατί μας πίστεψαν, αλλά και κάποιοι που δε γνωρίσαμε ποτέ προσωπικά –λατρεμένοι ποιητές, συγγραφείς και καλλιτέχνες– μας διαμόρφωσαν χωρίς ποτέ να μπορούμε να αναγνωρίσουμε την αρχή και το τέλος κάθε επιρροής πάνω μας. Πώς μπορούμε με βεβαιότητα να αποφανθούμε για τη ζωή μας ή να την αξιολογήσουμε, να πούμε «είμαι αυτό» ή «είμαι εκείνο»; Όλοι αυτοί που μέσα στα χρόνια μού ενέπνευσαν όνειρα, αγωνίες, ζήλιες και ενθουσιασμούς, αυτοί που διαπέρασαν, θαρρείς, το δέρμα μου και με θάμπωσαν, που άλλοτε με έκαψαν και άλλοτε μου χάρισαν τις μεγαλύτερες απολαύσεις. Όλα όσα έζησα στα μεγάλα ταξίδια, στις μαγικές σκηνές, στις πολυτελείς πασαρέλες και στους μεγάλους οίκους μόδας έκαναν τη δημιουργικότητά μου να θεριέψει και με έκαναν να θέτω ακόμη υψηλότερους στόχους. Μια ζωή με φως, λάμψη, τόλμη, μόδα και ανατροπές…

Γεννήθηκα στον Πειραιά τον Αύγουστο του 1952, μια χρονιά που οι Έλληνες προσδοκούσαν ένα καλύτερο αύριο και αγωνιούσαν για το μεροκάματο, στην τραυματισμένη οικονομία των αρχών της δεκαετίας του ’50. Οι Μοίρες άφησαν πολύχρωμα παιχνίδια και φτερά στην κούνια και άγγιξαν τα χρυσομέταξα μαλλιά για να πετάξει η καρδιά μου ψηλά σαν γλάρος. Ποιος όμως παίρνει στα σοβαρά τις Μοίρες και το κάρμα; Σίγουρα εκείνοι που νομίζουν πως Άλλος κινεί τα νήματα. Πως μια αόρατη ουράνια δύναμη μας χάρισε το θαύμα της ζωής.»

LakisGavallas

Κεφάλαιο 2ο
Αμπέλι και σκιάχτρο

«Στον Κορυδαλλό υπήρχαν πολλά σινεμά γιατί ήταν η πιο φτηνή διασκέδαση και ο κόσμος έκανε ουρές έξω από αυτά. Οι ταινίες του Χόλιγουντ εναλλάσσονταν με τις ευρωπαϊκές, και η παραγωγή ελληνικών ταινιών σημείωνε ρεκόρ, όπως και οι πωλήσεις εισιτηρίων. Οι ταινίες της Φίνος Φιλμ ήταν συνήθως πρώτες σε εισπράξεις, με την Αλίκη Βουγιουκλάκη να αποτελεί το πιο λαμπρό αστέρι εκείνης της χρυσής περιόδου. Όμως και η Βλαχοπούλου, ο Βογιατζής, ο Χορν και η Χρονοπούλου έκαναν αξέχαστες επιτυχίες γιατί στις ταινίες δεν έλειπαν και τα τραγούδια, όπως το Γαλάζιος ουρανός («Κορίτσια για φίλημα»), Ένας ουρανός μ’ αστέρια («Ραντεβού στον αέρα»), Οι θαλασσιές οι χάντρες («Η Αθήνα τη νύχτα»), Του αγοριού απέναντι («Μια κυρία στα μπουζούκια»).

Γρήγορα γνώρισα και το χολιγουντιανό μιούζικαλ που με ταξίδεψε στη μαγική χώρα του θεάματος και των ονείρων. Η Τζίντζερ Ρότζερς, ο Φρεντ Αστέρ, η Τζούντι Γκάρλαντ, ο Τζιν Κέλι και η Λέσλι Καρόν άλλαξαν τον τρόπο που αντιμετώπιζα τη ζωή κάνοντάς τη να φαίνεται πιο αισιόδοξη, πιο ανάλαφρη. Αέρινα κορμιά, φαντασμαγορικά σκηνικά και εντυπωσιακά κοστούμια με έκαναν ν’ αγαπήσω ακόμη περισσότερο τον χορό και το μπαλέτο και να προσπαθήσω ν’ αγγίξω το όνειρό μου.
Χόρευα παντού και τα πάντα, τα πόδια μου δεν έβρισκαν ησυχία. Στο σπίτι δοκίμαζα φιγούρες με την αδελφή μου τη Νούλη, ακόμη κι όταν η θεία Μοσχούλα δεν έπαιζε πιάνο. Στο σχολείο ήμουν πρωταγωνιστής στις επιδείξεις με νησιώτικους και άλλους παραδοσιακούς χορούς, στα πάρτι χόρευα με την παιδική μου φίλη τη Λίντα ξεπερνώντας τους περιορισμούς που επέβαλλαν οι κλασικές φιγούρες, λες και προετοιμαζόμουν για να συναντήσω το μέλλον και τα σουρεαλιστικά όνειρά μου.»

LakisGavallas

Κεφάλαιο 3ο
Φούστα μπλούζα 
«Στο Πορτοφίνο γινόταν μια φωτογράφιση και εκεί γνώρισα την Τόριλ Γιόχανσεν (Torill Johansen), ένα πανέμορφο μοντέλο, και «κολλήσαμε» από την πρώτη στιγμή. Εν τω μεταξύ εμένα με φλέρταρε μια φίλη από το Τορίνο, η οποία είχε έρθει στη Γένοβα να με δει και είχε ακολουθήσει εμένα και τη Λίντα στην Ιταλική Ριβιέρα. Τις επόμενες ημέρες που καθόμασταν στην παραλία, με λοξοκοίταζε που απολάμβανα περισσότερο την παρέα της Τόριλ και μιας φίλης της και, καταλαβαίνοντας ότι είχε ξεκινήσει έντονο φλερτ μεταξύ μας, άρχισε να «απειλεί» τη Λίντα ότι θα της πάρει το αυτοκίνητό της και θα αυτοκτονήσει επειδή δεν την ήθελα. Εγώ ήμουν ένα πολύ αδύνατο αλλά πολύ γραμμωμένο σγουρομάλλικο αγόρι μόλις είκοσι ενός χρονώ, που ο λαιμός μου ήταν όσος είναι τώρα ο καρπός μου. Ήμουν… καλός με τόσες πρόβες κάθε μέρα, αλλά πού να φανταζόμουν ότι θα είχα και τόσο σουξέ στις όμορφες του μόντελιγκ. Η Λίντα δε σταματούσε να γελάει με όσα κωμικοτραγικά συνέβαιναν, και εγώ δεν άντεχα μακριά από την Τόριλ ούτε λεπτό.

Στον ιταλικό βορρά, το γραφικό Πορτοφίνο αποτελούσε ένα από τα πιο αγαπημένα «κρησφύγετα» των απανταχού κοσμικών. Χτισμένο σε μια τοποθεσία προικισμένη από την υπέροχη φύση της Λιγουρίας, ο απάνεμος αυτός παραθαλάσσιος οικισμός ήταν και είναι διάσημος για την εξεζητημένη πολυτέλεια, το κοσμοπολίτικο περιβάλλον και την ξένοιαστη «ντόλτσε βίτα». Η απόλυτη χολιγουντιανή ομορφιά του με τα κίτρινα, πορτοκαλί, ροζ και σομόν σπίτια που κυκλώνουν το φυσικό λιμάνι του ήταν ένα υπέροχο σκηνικό για ταινίες και φωτογραφίσεις. Η Τόριλ, που ήταν ένα διάσημο μοντέλο που έκανε παρέα τότε με την Τζέρι Χολ, βρισκόταν εκεί για δουλειά, αλλά φαίνεται ότι η γοητεία της περιοχής και η δική μου της τράβηξαν την προσοχή. Εκείνη ήταν ξεχωριστά ντυμένη και πανέμορφη. Την κοίταζα και μου φαινόταν απλησίαστη, σάστισα απ’ τη θηλυκότητα και την αέρινη φιγούρα της και ένιωσα μια άγρια ερωτική κάψα. Ερωτευτήκαμε με την πρώτη ματιά, με όση λαχτάρα και πάθος είχε η νεανική ψυχή μας, και υμνήσαμε την ηδονή, την έξαψη και την παραφορά.»

Kεφάλαιο 4ο
Θερμόμετρο – Οινόπνευμα
«Τη χρονιά που παντρευτήκαμε με την Τόριλ, το 1975, η ζωή μας ήταν γεμάτη ενδιαφέρουσες επαγγελματικές προτάσεις, πολλή μουσική, ολονύχτια πάρτι και ερωτικά ξενύχτια. Το ανήσυχο κορίτσι μου έκανε σκηνές και δημιουργούσε προβλήματα κάθε τρεις και λίγο γιατί ζήλευε κάθε γυναίκα που με πλησίαζε. Εγώ, με μόνο εφόδιο τον ενθουσιασμό μου, κολακευόμουν, πότε χαμογελούσα συγκρατημένα και της έπαιρνα δωράκια που της άρεσαν πολύ και πότε σκοτείνιαζα αποκαμωμένος και οι μέρες κυλούσαν δύσκολα.

Ο γάμος μας είχε σκαμπανεβάσματα και πολλές φορές δεν καταλάβαινα τις ξαφνικές αντιδράσεις της Τόριλ, που ήταν έτοιμη για καβγάδες και σκηνές όταν το ξενυχτούσα λίγο παραπάνω μετά από μια παράσταση. Αν δε μετά από κάποιο σόου ακολουθούσε κανένα πάρτι με ζωηρές αρτίστες και ταλαντούχους χορευτές, τότε γινόταν έξαλλη και δεν πίστευε καμιά από τις εξηγήσεις μου όσο πειστικές κι αν ήταν. Προσπαθούσα ν’ ανταποκριθώ στις απαιτήσεις της αλλά είχε συνεχώς τα μάτια της ανοιχτά μην τυχόν απομακρυνθώ λίγο και κοιτάξω κάποια άλλη γυναίκα με ανάρμοστο ή αμφισβητούμενο βλέμμα. Μόνο τους άντρες μπορούσα να κοιτάζω άφοβα, αυτό δεν την ενδιέφερε.
Κάποιες φορές, όταν βγαίναμε ζευγάρια με φίλους και γνωστούς, κοίταζε τις κοπέλες των αγοριών και πίστευε ότι χρησιμοποιούσαν τους συνοδούς τους μόνο και μόνο για να βγαίνουν μαζί μας και να με φλερτάρουν. Πηγαίναμε στα «ballrooms» (αίθουσες χορού) και ήμουν ο μόνος που δεν τολμούσε να αλλάξει ντάμα. Ώρες ώρες πίστευα ότι, αν ήθελε να μου χαρίσει ένα μενταγιόν, αυτό στην πίσω πλευρά θα έγραφε «Απαγορεύεται να κοιτάζεις αλλού». Ήταν καχύποπτη, αμφέβαλλε για την αφοσίωσή μου και ορισμένες φορές έφτανε σε σημείο εμμονής και συμπεριφερόταν παράλογα στην προσπάθειά της να προστατέψει αυτό που θεωρούσε δικό της, δηλαδή εμένα.

Η ζήλια της συνοδευόταν από συναισθήματα οργής, θλίψης, ανεπάρκειας και απόγνωσης και, εκείνες τις ημέρες που η συμπεριφορά της ξεπερνούσε τα όρια του φυσιολογικού, δεν μπορούσα να πάω πουθενά ούτε να κάνω τίποτα. «Όποιος ζηλεύει δεν έχει πάντα αιτία κι αφορμή: Ζηλεύει για να ζηλέψει. Η ζήλια είναι ένα τέρας που μόνο του γεννιέται κι από τον εαυτό του συντηρείται» θα έλεγε ο Οθέλλος στο δράμα του Σαίξπηρ, και εμείς ζούσαμε το δικό μας δράμα με κλάματα, απειλές, μούτρα και φωνές.»

Kεφάλαιο 6ο
Το top model
«Η Κέιτ Μος ήταν αναμφισβήτητα το πρόσωπο και το μοντέλο-σύμβολο της δεκαετίας δημιουργώντας ένα ιδιαίτερο στιλ. Τα χρόνια που ακολούθησαν θα με συνόδευε αρκετά συχνά γιατί ήταν το icon model της Burberry. Η καριέρα της ξεκίνησε όταν ήταν δεκάξι χρονώ, μετά τη φωτογράφισή της από την Κορίν Ντέι για το βρετανικό περιοδικό «The Face», ενώ έγινε ένα από τα πιο περιζήτητα μοντέλα και αναδείχθηκε «βασίλισσα του heroin chic look» όταν πρωταγωνίστησε το 1993 στη διαφημιστική καμπάνια «Obsession» του Calvin Klein. Υπερβολικά αδύνατη, υπερβολικά χωμένη στις καταχρήσεις, υπερβολικά θλιμμένη, υπήρξε μούσα του γκραντζ και οι γυναίκες προσπαθούσαν να αντιγράψουν κάθε της εμφάνιση. Ενσωμάτωνε την απλότητα, την ιδιαιτερότητα, την ανεμελιά και τον αντικομφορμισμό και έγινε μούσα πολλών σχεδιαστών, τραγουδιστών και καλλιτεχνών. Έγινε γνωστή ως η επαναστάτρια της μόδας. Η σκοτεινή της πλευρά και οι καταχρήσεις τη χαρακτήριζαν όπως επίσης και το πάθος, που έγινε εμφανές στις θυελλώδεις σχέσεις της, όπως για παράδειγμα στη σχέση της με τον ηθοποιό Τζόνι Ντεπ. Για εμένα το στιλ της είχε και έχει να κάνει με την αυτοπεποίθηση. Έχει σημασία πώς αισθάνεσαι μέσα στα ρούχα που φοράς και η Κέιτ Μος μπορούσε να συνδυάζει με απαράμιλλη αυτοπεποίθηση τον μινιμαλισμό με το στιλ των μουσικών ρευμάτων πανκ και ροκ.

Είχε στραβισμό, ήταν κοντή, μόλις ένα και εβδομήντα, είχε στραβά πόδια, δε θύμιζε σε τίποτα τα αψεγάδιαστα μοντέλα –εμένα για κάποιο λόγο μού θύμιζε τη Ρένα Βλαχοπούλου–, όμως είχε μια υπέροχη παιδικότητα και όλοι οι φωτογράφοι τη λάτρευαν. Ποτέ κανείς δεν της είπε πώς να ποζάρει, έπαιρνε εκπληκτικές πόζες και όλοι υποκλίνονταν στο ατημέλητο, φυσικό της στιλ. Δεν ήταν μόνο ο Μάριο Σορέντι που είχε εμμονή μαζί της. Όταν ο Κάλβιν Κλάιν είδε τις φωτογραφίες του Σορέντι, όπου πρωταγωνιστούσε η Μος, είπε μόνο μία λέξη: «Εμμονή» (Obsession). Αυτό ήταν και το όνομα που έδωσε στο νέο του άρωμα…

Ένα βράδυ μετά από ένα σόου της Blumarine ετοιμαζόμασταν να βγούμε, όταν ο φωτογράφος Πάολο Ροβέρσι, που είχε συνεργαστεί με τα μεγαλύτερα περιοδικά μόδας στον κόσμο, είχε υπογράψει πολλά διαφημιστικά και είχε δουλέψει για τους πιο σημαντικούς σχεδιαστές δημιουργώντας αφάνταστα αέρινες και λυρικές εικόνες, μας δήλωσε ότι την επομένη είχε φωτογράφιση με την Κέιτ Μος και δεν είχε σκοπό να ξενυχτήσει και να πιει. Μιλούσε πάντα με θαυμασμό γι’ αυτήν και τη θεωρούσε το «απόλυτο» μοντέλο.

Η Μος υπήρξε μούσα και στενή φίλη και του Μάριο Τεστίνο, του φωτογράφου που είχε συνεργαστεί με διάσημους οίκους μόδας όπως Gucci, Burberry, Versace, Chanel, Weitzman, Michael Kors, Carolina Herrera κ.ά. Ο Τεστίνο «φωτογραφίζει ένα προϊόν έτσι ώστε να είναι ελκυστικό στα μάτια του καταναλωτή, με μια δόση γκλαμ και φινέτσας στην οποία δύσκολα μπορείς να αντισταθείς» είχε δηλώσει η Άννα Γουίντουρ. Όμως, είχε πει σε συνέντευξή του στο «Vanity Fair» το 1997, η φωτογράφιση της πριγκίπισσας Νταϊάνα ήταν μια από τις σημαντικότερες εμπειρίες της ζωής του αφού του «άνοιξε τις πόρτες» των βασιλικών οίκων της Ευρώπης.»

Gavallas

Kεφάλαιο 13o
Σερβίρισμα

«Από μικρός άκουγα στο σπίτι ότι οτιδήποτε κι αν συνέβαινε, όποιες απειλητικές δυνάμεις κι αν εμφανίζονταν, θα υπήρχαν κι άλλες δυνάμεις που θα μπορούσαν να με βοηθήσουν αν το είχα πραγματικά ανάγκη. Έμαθα τη διαφορά μεταξύ θάρρους και δειλίας, όπως επίσης έμαθα ότι η εξυπνάδα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως όπλο ενάντια σε οποιαδήποτε απειλή. Άλλωστε ο αγώνας ενάντια στις σοβαρές δυσκολίες είναι αναπόφευκτος γιατί είναι κομμάτι της ανθρώπινης ζωής. Όμως αν θέλεις να ξεπεράσεις όλα τα εμπόδια και να καταφέρεις να νικήσεις, πρέπει να αγωνιστείς και να μη λιγοψυχήσεις.

Οι δυνατοί και οι ισχυροί δεν είναι πάντα αυτό που φαίνονται. Ένας γίγαντας μπορεί να έχει επιβλητικό μέγεθος αλλά αυτό μπορεί να είναι η πηγή της μεγαλύτερης αδυναμίας του. Αν λοιπόν αντιμετωπίζουμε με διαφορετικό τρόπο τις αδυναμίες μας ή τις πιεστικές καταστάσεις που βιώνουμε, θα καταφέρουμε τελικά να αντιμετωπίσουμε τις «μάχες» της ζωής βγαίνοντας νικητές. Άλλωστε όλοι κρύβουμε μέσα μας μια μαχητική φύση, ένα αρχέγονο ένστικτο αυτοσυντήρησης που θα μας δώσει τη χαρά να τα βγάλουμε πέρα με ό,τι μας απειλεί.»

INFO
Το βιβλίο του Λάκη Γαβαλά, «Λάκης Γαβαλάς LOADED», κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Άγκυρα.

Gavallas
Gavallas

ΣΧΕΤΙΚΑ

LIKE NEWS