CELEBRITIESΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣΓιώργος Τσιάκκας: «Ο κόσμος κουράστηκε να βλέπει άλλα δράματα»

Γιώργος Τσιάκκας: «Ο κόσμος κουράστηκε να βλέπει άλλα δράματα»

Ο Γιώργος Tσιάκκας, μιλά για την κυπριακή τηλεόραση, για την ποιότητα των σημερινών παραγωγών, το θέατρο κι απαντά στο ερώτημα αν επιστρέφει ή όχι με κωμική παραγωγή.

Του Κωνσταντίνου Χάμπαλη

Άκουσα μία ψιλή ότι επιστρέφεις στην τηλεόραση και μάλιστα με κωμωδία, ισχύει;

Επιστρέφω με κωμωδία αλλά… στο θέατρο. Το «Survivor» μας έδωσε την αφορμή και έτσι δημιουργήσαμε μαζί με τους συνεργάτες μου το «Κυπραίων Σαρβάιβορ».

Παρόλα αυτά όμως υπάρχει σχέδιο β’ στο μυαλό σου, σε περίπτωση που οι συνθήκες το επιτρέψουν να επιστρέψεις στην τηλεόραση;

Βέβαια, αν περάσει αυτή η λογική των καναλιών να ζητoύν καθημερινές σαπουνόπερες ή καθημερινές κωμωδίες σίγουρα θα επιστρέψω.

Οπότε να αποκλείσω το ενδεχόμενο ότι κάνεις come back στο Σίγμα…

Αν υπήρχε θα το έλεγα πρώτα σε σένα. (γέλια)

Δεν μου λες, πόσο καιρό κάνεις αποχή;

Με τη φετινή σεζόν κλείνω τέσσερα χρόνια.

Και τι ήταν αυτό που σε οδήγησε να απέχεις τόσο μεγάλο διάστημα;

Δεν υπήρχαν και δεν υπάρχουν ακόμη οι συνθήκες που θα ήθελα για να μπορέσω να δημιουργήσω κάτι καινούριο κρατώντας μια ποιότητα στην παραγωγή του.

Θα επέστρεφες με μία σειρά χαμηλού budget ή δεν κάνεις σκόντο στην ποιότητα των παραγωγών σου;

Αυτό ακριβώς δεν έκανα αυτά τα χρόνια, με μεγάλο οικονομικό κόστος. Δεν γίνεται όμως να ζητούν σειρές με τρεις και τέσσερις χιλιάδες το επεισόδιο. Είναι αστείο. Δεν μπορώ να κοροϊδεύω τον κόσμο για να έχω το μισθό μου. Και δεν αναφέρομαι στα χρήματα που θα πάρω αλλά σε αυτά που θα επενδυθούν στην παραγωγή.

Πώς κρίνεις την κυπριακή τηλεόραση μετά το ξέσπασμα της κρίσης;

Δυστυχώς η κρίση δημιούργησε ένα κλίμα που δεν είναι δημιουργικό. Τα κανάλια ποντάρουν σε φτηνές παραγωγές με την ελπίδα ότι κάποια από αυτές θα πιάσει. Δεν γίνεται όμως έτσι. Αν δεν επενδύσεις στο προϊόν σου θα χάσεις και τα λίγα που έδωσες. Υπήρξαν βέβαια και οι συμπαραγωγές με ελληνικά κανάλια που προσέφεραν μεγαλύτερο προϋπολογισμό αλλά σχεδόν όλες κινούνταν στη λογική της καθημερινής σαπουνόπερας.

Με λίγα λόγια, θεωρείς ότι τα κανάλια «ταΐζουν» με junk food παραγωγές τους τηλεθεατές.

Εντάξει, πάντα υπήρχε το junk food, μπορεί στις μέρες μας να αυξήθηκε, αλλά προϋπήρχε.

Θα έμπαινες στο τριπάκι να γράψεις μία σειρά τύπου σαπουνόπερα;

Όχι. Δεν με εκφράζει το είδος. Αν μια τέτοιου είδους ιδέα δεν γεμίζει πρώτα απ’ όλα εμένα κι αν δεν με εμπνέει, δεν μπορώ να τη μεταφέρω στον κόσμο. Νομίζω ότι είναι κοροϊδία. Καλύτερα να αλλάξω δουλειά.

Τι σ’ ενοχλεί περισσότερο απ’ όλα όσα παρακολουθείς στις μέρες μας;

Η  προχειρότητα με την οποία γίνονται οι περισσότερες σειρές. Για χάρη της ποσότητας θυσιάζεται η ποιότητα. Δεν μπορώ να καταλάβω για παράδειγμα πώς πέντε άνθρωποι γράφουν μαζί μια σειρά. Θα φανταζόσασταν ποτέ πέντε ζωγράφους να δουλεύουν στον ίδιο πίνακα; Ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα;

Είναι όντως η αρχή τους τέλους της τηλεόρασης ή βρισκόμαστε σε μία ύφεση μέχρις ότου ο τηλεθεατής να πειστεί να επιστρέψει πίσω;

Ο θεατής πάντα εκτιμά μια καλή προσπάθεια. Ξέρει να ξεχωρίζει πού υπάρχει κόπος και αγάπη σε αυτό που του προσφέρουν οι  συντελεστές μιας τηλεοπτικής σειράς. Είναι γεγονός όμως ότι η νέα γενιά, είναι πιο απαιτητική. Βλέπει ξένες σειρές, που γυρίζονται με άλλα δεδομένα και οικονομικά και ποιοτικά και δεν τη νοιάζει αν εσύ πρέπει να γυρίσεις ένα επεισόδιο σε μια μέρα ή αν δεν έχεις τα λεφτά να κάνεις κάτι ουσιαστικό. Δεν σου χαρίζεται. Αναζητά -και καλά κάνει- την ποιότητα. Είναι επίσης κολλημένη με το κινητό τηλέφωνο και τον υπολογιστή. Έχω την εντύπωση ότι σιγά σιγά αυτό θα είναι και η καινούρια τηλεόραση.

Και πώς κρίνεις το φαινόμενο κοινωνικού παροξυσμού που λέγεται «Survivor»;

Το τηλεοπτικό κοινό αποφασίζει και ψηφίζει τι πουλά και τι δεν πουλά στην τηλεόραση. Αυτή τη στιγμή λοιπόν ψηφίζει με συντριπτική πλειοψηφία «Survivor». Είτε συμφωνείς είτε διαφωνείς με τη φιλοσοφία του συγκεκριμένου παιχνιδιού η αποδοχή του από τον κόσμο είναι ένα αναμφισβήτητο γεγονός. Τώρα γιατί συμβαίνει αυτό; Είναι μια μεγάλη κουβέντα που δεν μπορούμε να την κάνουμε στα πλαίσια αυτής της συνέντευξης, θα πω μόνο ένα λόγο που νομίζω ότι βοήθησε στην επιτυχία του. Πέρα από το στήσιμο και την όλη φιλοσοφία του που δημιουργεί μια εξάρτηση στον θεατή και μια ταύτιση με τους παίκτες ήρθε σε μια στιγμή που ο κόσμος κουράστηκε με αυτό που δίνουν οι καθημερινές σαπουνόπερες. Δολοπλοκίες, απαγωγές, αρρώστιες, κρυμμένα μυστικά, ερωτικά τρίγωνα, τετράγωνα, πολύγωνα.

Μόδα είναι θα περάσει;

Το καθετί κάνει τον κύκλο του. Σίγουρα θα κυριαρχήσει και του χρόνου, μέχρι να βρεθεί κάτι άλλο που θα συγκινήσει το τηλεοπτικό κοινό. Αυτό το άλλο εύχομαι να είναι μια τηλεοπτική σειρά.

Να υποθέσω ότι είναι και ο λόγος που εμπνεύστηκες το νέο θεατρικό σου, «Κυπραίων Σαρβάιβορ»;

Το «σαρβάιβορ» μας έδωσε την ευκαιρία να κριτικάρουμε μέσα από την κωμωδία την καθημερινότητά μας και τον αγώνα που κάνει ο απλός άνθρωπος να επιβιώσει στη σημερινή Κύπρο. Ταυτόχρονα θέτει το ερώτημα και τον προβληματισμό αν θα καταφέρει να επιβιώσει η Κυπριακή Δημοκρατία. Για μας αυτό είναι το πραγματικό «Survivor».

Υπάρχει απήχηση;

Κάθε φορά που κάνουμε μια δουλειά έχουμε αυτή την αγωνία. Οι πρώτες παρατάσεις έδειξαν ότι ο κόσμος αγκάλιασε την προσπάθειά μας, το διασκεδάζει και συγχρόνως προβληματίζεται για τα κακώς έχοντα στην «κυπριακή παραλία» του «Σαρβάιβορ».

Ο κόσμος, έχει ανάγκη την κωμωδία;

Απόλυτα. Είμαι σίγουρος όσο ποτέ άλλοτε. Κουράστηκε με το πολύ δράμα. Ζούμε που ζούμε το δικό μας καθημερινό δράμα, ο τηλεθεατής δεν αντέχει να ανοίγει την τηλεόρασή του και να βλέπει κι άλλα δράματα που τελειωμό δεν έχουν. Σαφώς θέλει να γελάσει. Βέβαια είναι πιο δύσκολο να κάνεις τον άλλο να γελάσει παρά να τον συγκινήσεις.

Αν το «Κυπραίων Σαρβάιβορ» ήταν σειρά θα σε ρωτούσα κάθε πότε μεταδίδεται η εκπομπή, επειδή πρόκειται για θεατρικό, ποιες μέρες είναι οι παραστάσεις;

Θα σου πω μόνο για τις παραστάσεις της επόμενης εβδομάδας γιατί είναι πολλές. Παίζουμε στο Σκαλί Αγλαντζιάς την Τετάρτη 7 και την Πέμπτη 8 Ιουνίου και την Παρασκευή 9 Ιουνίου θα είμαστε στο αμφιθέατρο της Αγίας Βαρβάρας. Θα ακολουθήσει περιοδεία σε όλες τις πόλεις και σε πολλά χωριά. Για πληροφορίες ο κόσμος μπορεί να επικοινωνεί στο τηλέφωνο 70000146

Ποιοι είναι οι συνεργάτες σου σ’ αυτό το έργο;

Είμαι τυχερός γιατί έχω εξαιρετικούς συνεργάτες που είναι κορυφαίοι στο είδος. Παίζουν, ο Μιχάλης Μουστάκας, η Έλενα Ευσταθίου, ο Μαρίνος Χατζηβασιλείου, ο Μιχάλης Σοφοκλέους, η Δανάη Χρίστου, ο Μανώλης Αναστασίου και η Χριστίνα Παυλίδου. Επίσης έχουμε έξι ταλαντούχους χορευτές και δασκάλους χορού από την ακαδημία χορού της Αντιγόνης Τασουρή. Τα σκηνικά και τα κοστούμια είναι της Έλενας Κατσούρη και της Θέλμας Κασουλίδη, η μουσική επιμέλεια ανήκει στον Μιχάλη Ρούσο, τα γραφικά από τον Κωνσταντίνο Ττερλικά, οι φωτισμοί από τον Alexander Jotovic και η κατασκευή των σκηνικών από τον Νίκο Κουρτελίδη.

Έχω την εντύπωση, ότι ξέχασες ένα όνομα να αναφέρεις.

Ποιο;

Το δικό σου. Ότι πέραν από το σενάριο και τη σκηνοθεσία ξανανεβαίνεις στη σκηνή μετά από 21 χρόνια.

Εντάξει, δεν θα έλεγα ότι ανέβηκα στη σκηνή. Η παρουσία μου είναι πολύ μικρή αλλά τη διασκεδάζω μαζί με τους συναδέλφους μου και με τους θεατές γιατί δεν το περιμένουν.

Τι είναι το θέατρο για σένα Γιώργο;

Ένα μοναδικό ανεξερεύνητο τοπίο που κάθε φορά που επιχειρώ να το εξερευνήσω μου μαθαίνει και με διδάσκει  πάρα πολλά.

ΣΧΕΤΙΚΑ

LIKE NEWS