CELEBRITIESΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣWe are family: Ο Κώστας Καζάκας μάς συστήνει το νέο αίμα στον...

We are family: Ο Κώστας Καζάκας μάς συστήνει το νέο αίμα στον χώρο της υποκριτικής. Τον γιο του Μιχάλη.

Ο ένας μού συστήνεται ως ένας άνθρωπος που το θέατρο τον βοήθησε να βρει τον εαυτό του. Ο άλλος είναι (απλά) η χαρά της ζωής. Στη συζήτηση, που ακολουθεί, δεν είμαι εντελώς σίγουρη ποιος τελικά είναι ο ένας και ποιος ο άλλος. Το μόνο που μπορώ να πω, είναι πως ο (πατέρας) Κώστας και ο γιος (Μιχάλης) παρά τις εμφανείς διαφορές τους, έχουν τελικά κάτι το εντελώς ίδιο. Την αυθεντικότητα.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΑΝΙΑ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΤΤΗΣ

STYLING: ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

Ήταν χαρούμενο παιδί ο Μιχάλης, Κώστα;

Ήταν ένα πολύ χαρούμενο παιδί και ένα μωρό που τραβούσε πολύ εύκολα την προσοχή από τους γύρω του, παρόλο που άργησε λίγο να μιλήσει. Θυμάμαι του βάζαμε και άκουγε τις μουσικές του Bregovic. Τρελαινότανε όποτε άκουγε να παίζουν χάλκινα πνευστά και έμπαινε κατευθείαν στον ρυθμό. Ήταν ένα τσαχπίνικο μωρό, που μεγαλώνοντας άρχισε να γίνεται λίγο πιο φειδωλός στις εκφράσεις του.

Ένα παιδί που μεγάλωνε σε ένα σπίτι ηθοποιών. Πώς το αντιλαμβανόσουν τότε όλο αυτό, Μιχάλη;

Δεν θυμάμαι να το αντιλαμβανόμουνα ποτέ ως κάτι το ιδιαίτερο, με την έννοια ότι ήξερα ότι αυτή ήταν η δουλειά των γονιών μου. Παρακολουθούσα τις παραστάσεις και τις σειρές που εμφανιζόταν ο μπαμπάς μου, πολλές φορές πήγαινα και στα παρασκήνια ή στα γυρίσματα, αλλά νομίζω το αντιμετώπιζα περισσότερο ως παιχνίδι παρά ως κάτι μεγάλο. Τότε δεν περνούσε καν από το μυαλό μου ότι θα ακολουθούσα αυτό το επάγγελμα. Δεν υπήρχε, δηλαδή, αυτή η επιθυμία ή αυτή η ανάγκη μέσα μου.

Πότε γεννήθηκε;

Πριν από τέσσερα χρόνια, όταν χωρίς να έχω ξεκαθαρίσει ακόμα τι ήθελα να κάνω με τη ζωή μου, δούλευα ως σερβιτόρος σε ένα μαγαζί. Μια μέρα ήρθε ο πατέρας μου και μου είπε ότι έκαναν ακροάσεις για τη σχολή του Σατιρικού. Μου είπε, γιατί δεν το δοκιμάζεις, αφού δεν έχεις να κάνεις κάτι άλλο στη ζωή σου; Μου έδωσε έναν μονόλογο, με προετοίμασε για μια βδομάδα, πήγα, έδωσα εξετάσεις και πέρασα.

Τόσο απλά…

Κώστας: Εγώ τον έσπρωξα να το κάνει και θα σου εξηγήσω τον λόγο. Εκείνη την εποχή που ο Μιχάλης δούλευε ως σερβιτόρος, τις υπόλοιπες ώρες –και μιλάμε για απίστευτες ώρες- καθόταν μπροστά από τον υπολογιστή και έπαιζε όλη μέρα ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι. Σκέφτηκα ότι έπρεπε να κάνω κάτι γι’ αυτό. Έχοντας την ελπίδα ότι θα του αρέσει, του είπα, πήγαινε να δοκιμάσεις. Έτσι και έγινε και νομίζω ότι από την αρχή το είδε αρκετά ζεστά.

Μιχάλης: Το είδα ζεστά, αλλά όχι τόσο σοβαρά. Την ιδέα του να θέλω να γίνω στ’ αλήθεια ηθοποιός άρχισα να την αγκαλιάζω και να την αγαπώ στο δεύτερο έτος. Στο πρώτο έκανα περισσότερο χαβαλέ με τους συμφοιτητές μου. Όταν στον επόμενο χρόνο μου δόθηκαν κάποιοι ρόλοι που απαιτούσαν να βιώσω πράγματα πάνω στη σκηνή, εκεί τα έπαθα όλα. Εκεί αγάπησα το θέατρο.

Με τους συμφοιτητές σου πώς ήταν το κλίμα στη σχολή; Επηρέασε το επίθετό σου τις σχέσεις που έκανες εκεί;

Στην αρχή το επίθετό μου με έκανε να αισθάνομαι αρκετά άβολα, διότι μπαίνοντας τον πρώτο καιρό στα μαθήματα, κάθε καθηγητής, που με συναντούσε, μου έλεγε να δώσω φιλιά στον πατέρα μου ή ότι είχαν δουλέψει μαζί και τον αγαπούσαν. Έτσι είχα αποφασίσει να αποφεύγω να αναφέρω το επίθετό μου και συστηνόμουνα μόνο ως Μιχάλης. Ήθελα να γνωρίσουν εμένα πρώτα, παρά να απολαμβάνω την αποδοχή λόγω του ονόματος τού πατέρα μου. Υπήρξαν, βέβαια, κάποια παιδιά που είπαν τα σχόλιά τους, όμως αυτό έγινε πριν γνωρίσουν ποιος είμαι στ’ αλήθεια. Πλέον είμαστε οι καλύτεροι φίλοι με αυτούς.

Κώστας: Είναι λογικό να συμβαίνει αυτό, όπως ξέρω ότι πολλοί με κάποιες δουλειές που θα βρει ο Μιχάλης θα πουν «Ε βέβαια, ο Καζάκας έβαλε τον γιο του». Οι άνθρωποι, όμως, που είναι κοντά μας, ξέρουν σίγουρα ότι εγώ δεν υπάρχει περίπτωση να σηκώσω ποτέ το τηλέφωνο και να μιλήσω για τον Μιχάλη. Αν το κάνω, σημαίνει ότι δεν έχω εμπιστοσύνη στο παιδί μου. Αν το κάνω, θα είναι σαν να τον ακυρώνω.

Μιχάλης: Αυτό είναι κάτι που θέλω και εγώ. Ό,τι είναι να πάρω στη ζωή μου και στο θέατρο να το πάρω μόνος μου.

Κώστας: Για να φανταστείς ούτε καν για τον ρόλο του στην «Πεθερά» δεν μίλησα εγώ όταν έψαχναν έναν νεαρό για να κάνει τον γιο μου.

Πώς είναι, αλήθεια, αυτή η συνεργασία;

Κώστας: Η πρώτη-πρώτη σκηνή που κάναμε μαζί ήταν πολύ συγκινητική. Κάναμε πρόβα πριν γράψουμε τη σκηνή και υποτίθεται ότι θα χτυπούσε το κουδούνι. Ανοίγω την πόρτα και ακούγοντάς τον να μου λέει «Παπά;», δεν άντεξα. Έβαλα τα κλάματα.

Στο σπίτι κάνετε πρόβες μαζί; Κρατάτε τα λόγια ο ένας του άλλου;

Κώστας: Εγώ δεν διαβάζω λόγια και αυτός νευριάζει, γιατί έχουμε και σκηνές μαζί και μου λέει, θα κάνουμε τα λόγια; Του λέω, μην μου αλλάζεις τις συνήθειες. Εγώ είμαι φωτογραφική μηχανή.

Μιχάλης: Εγώ στην τηλεόραση χρειάζομαι τη βοήθειά του, λόγω απειρίας. Στο θέατρο δεν την έχω ζητήσει ποτέ, γιατί ξέρω ότι είμαστε άλλο πράγμα. Το πώς θα μου τα πει πολλές φορές δεν συμφωνώ. Λειτουργώ διαφορετικά στο θέατρο.

Στη ζωή λειτουργείτε διαφορετικά;

Μιχάλης: Εκεί και αν είμαστε διαφορετικοί. Εγώ είμαι πιο πράος ως άνθρωπος, ο Κώστας από την άλλη είναι πολύ loud. Σε έναν χώρο που θα βρεθεί, δεν έχει όρια. Αρχίζει να φωνάζει λες και δεν υπάρχουν άλλοι γύρω του. Εγώ δεν μπορώ να το διανοηθώ αυτό. Ξέρω πού θα εκδηλωθώ και πού όχι.

Ποια συμβουλή, που σου έδωσε για το επάγγελμά σας, τη θυμάσαι χαρακτηριστικά;

Ότι αυτό που πάω να κάνω είναι σοβαρό και θέλει επαγγελματισμό. Ότι δεν είναι παίξε- γέλασε εκεί μέσα. Ότι οφείλω να είμαι πολύ επαγγελματίας στη δουλειά μου. Και όντως το έχω σαν κανόνα αυτό/ Είμαι επαγγελματίας ό,τι και να συμβεί: στα ωράριά μου, στο διάβασμα που πρέπει να κάνω για να προετοιμαστώ, στα λόγια μου. Είμαι πάντα συνεπής.

Κώστα, είναι καλός ηθοποιός ο Μιχάλης;

Πολύ καλός. Όταν τον είδα στις πρώτες παραστάσεις που έπαιξε στο Σατιρικό, γιατί μέχρι να τελειώσει τη σχολή έπαιξε σε έξι-εφτά παραστάσεις, έλεγα «οκ», αλλά τον ένιωθα ακόμα άγουρο ή άβολα τοποθετημένο πάνω στη σκηνή. Εκεί που πραγματικά πίστεψα ότι θα γίνει καλός ηθοποιός ο Μιχάλης ήταν στις εξετάσεις του δεύτερου έτους, όταν ενσάρκωσε τον Ριχάρδο. Βλέποντας τον να παίζει, έπαθα την πλάκα μου. Είπα, όπα, εδώ κάτι υπάρχει. Ήταν πραγματικά πάρα πολύ καλός εκεί και έτσι καθησυχάστηκα, παρόλο που πάντα μου λέγανε πολύ καλά λόγια καθηγητές του.

Το μπράβο σου του το δίνεις απλόχερα;

Το λέω, αλλά θα του κάνω και την παρατήρησή μου για λεπτομέρειες που, λόγω απειρίας, μπορεί να μην τις προσέξει. Εδώ εγώ που έχω τριαντατόσα χρόνια στο θέατρο και πάλι κάτι μπορεί να μην δω. Πόσο μάλλον ένα παιδί που ξεκινάει τώρα.

Εσύ πώς ήσουν στο ξεκίνημά σου, ερχόμενος από την Ελλάδα στην Κύπρο το 1989;

Νιώθω πάρα πολύ τυχερός για όσες ευκαιρίες μου δόθηκαν εδώ, παρά το γεγονός ότι κάποιοι φίλοι από την Ελλάδα μου λένε ότι αν έμενα εκεί, σήμερα θα ήμουν μεγάλο όνομα ή θα είχα άλλες ευκαιρίες. Για μένα δεν έχουν καμία σημασία όλα αυτά. Σημασία, όταν ξεκινάς να κάνεις αυτό το επάγγελμα, έχει να περνάς όμορφα και να έχεις ευκαιρίες να κάνεις όσες περισσότερες δουλειές μπορείς. Ερχόμενος στην Κύπρο, ως νέος ηθοποιός, πίστευα ότι θα ξεκινούσα με κανένα μικρό ρολάκι. Ήταν τέτοια η τύχη μου, που βαφτίστηκα πρωταγωνιστής από την πρώτη μου παράσταση, σε ένα έργο του Βάσου Φτωχόπουλου, που δεν είχε γραφτεί ακόμα. Δουλεύοντας αυτοσχεδιασμούς και όντας φρέσκος από τη σχολή, έδινα πράγματα στις πρόβες. Ήταν μια παράσταση που με ανέδειξε και που μου έδωσε την ευκαιρία να παίζω ταυτόχρονα δέκα διαφορετικούς ρόλους. Ο κόσμος την αγάπησε και γι’ αυτήν γράφτηκαν πολύ καλές κριτικές. Ήρθε και την είδε ο Κώστας Χαραλαμπίδης που τότε είχε το Εναλλάξ. Με φώναξε να πάω εκεί να κάνω standup comedy. Εγώ δεν ήξερα καν τον όρο. Μου είπε, δεν χρειάζεται να ξέρεις: βγαίνεις πάνω στη σκηνή μόνος σου και κάνεις τον κόσμο να γελάει. Το έχεις. Το σκέφτηκα και τελικά αποδέχτηκα, ξεκινώντας εκεί με «νουμεράκια». Έτσι καθιερώθηκα και άρχισα να παίζω τον ένα ρόλο μετά τον άλλο. Με την παράσταση «Η κοιμωμένη του Χαλεπά», που παίζω τώρα στο θέατρο Ανεμώνα, συμπληρώνω 100 πρεμιέρες. Έχω κάνει 100 διαφορετικά έργα. Σχεδόν δεν το πιστεύω. Και νιώθω πολύ τυχερός γι’ αυτό.

Υπήρξαν φορές που να είπες «άλλη μια παράσταση και τέρμα»;

Υπήρξαν. Το 2012, όταν έφυγα για δεύτερη φορά από την Ελλάδα και επέστρεψα μόνιμα στην Κύπρο, για ένα διάστημα έβγαινα πάνω στη σκηνή και δεν είχα καμία συγκέντρωση. Δεν μπορούσα να μπω στον ρόλο, έλεγα μηχανικά τα λόγια, ένιωθα άσχημα. Κάποιες φορές σκεφτόμουν, πόσο ντροπή είναι να πω στον κόσμο «συγνώμη δεν μπορώ να συνεχίσω άλλο» και να σηκωθώ να φύγω από το θέατρο. Ήταν μια χρονιά που, τουλάχιστον για 4-5 έργα, ήτανε μαρτυρικό για μένα το ότι έβγαινα πάνω στη σκηνή. Μαρτυρικό, όμως. Δεν μου άρεσε και σκεφτόμουν ότι μάλλον είχε έρθει το τέλος. Ένιωθα ότι έπρεπε να σταματήσω.

Πότε «συνήλθες»;

Όταν συνειδητοποίησα ότι ήταν όντως μια κακή περίοδος. Θυμάμαι, το είχα πει στον Κασκαούνια αυτό το πράγμα και μου είπε «Είσαι τρελός; Σύνελθε. Περνάς μια φάση». Έτσι ήτανε πράγματι και σε αυτό ίσως συνέβαλε και το γεγονός ότι ήμουν πλέον σε μια ηλικία που είχα κάνει ήδη πάρα πολλά πράγματα. Ήταν το σημείο που άρχισα να κρίνω αυστηρότερα τον εαυτό μου. Και παρόλο που κατάφερα να το ξεπεράσω όλο αυτό, η αλήθεια είναι ότι όσο μεγαλώνω, τόσο περισσότερο γίνεται και το άγχος που έχω σε κάθε πρεμιέρα. Μικρότερος ίσως να μην είχα την αίσθηση του κινδύνου.

Το θέατρο διαχρονικά λειτούργησε ψυχοθεραπευτικά στην περίπτωσή σου;

Πάρα πολύ. Γιατί εγώ είμαι και ένα παιδί που μεγάλωσα και λίγο με το «είσαι άχρηστος». Όχι ότι το έκαναν για κακό οι γονείς μου, δεν ήξεραν κιόλας οι άνθρωποι. Οπότε για μένα το ότι μπήκα σε αυτόν τον χώρο και είχα την πορεία που έχω είναι μια νίκη. Και μπορεί όντως σε κάποια πράγματα να ήμουν «άχρηστος». Βρήκα, όμως, αυτό στο οποίο μπορώ να είμαι χρήσιμος. Αυτό είναι το σημαντικό.

Εσύ ως πατέρας πώς ήσουν με τον Μιχάλη και τη Μαρία;

Πιστεύω ότι λάθη γίνανε και αλίμονο να μην γίνονταν λάθη στο μεγάλωμα των παιδιών. Αλλά για να έχουν μεγαλώσει δύο παιδιά που από παντού να ακούω πόσο καλοί άνθρωποι είναι, μάλλον κάτι καλό θα έκανα και εγώ. Τους μεγαλώσαμε δίνοντάς τους και εγώ και η Δώρα όλες τις ελευθερίες που μπορεί να έχει ένα παιδί. Όταν έβλεπα ότι κάποιες φορές εκμεταλλευόντουσαν λίγο περισσότερο τις «ελευθερίες» τους, τους έκανα μια φιλική συζήτηση. Και το κατανοούσαν. Για μένα δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά από το να ακούω να μου λένε για το πόσο καλά είναι τα παιδιά μου. Είναι πιο σημαντικό από το να μου λένε ότι είναι ταλαντούχοι.

Στον Μιχάλη βλέπεις στοιχεία σου δικά σου σε σχέση με το πώς προσεγγίζει έναν ρόλο;

Κοίτα, ενώ εκ πρώτης δεν θα έλεγα ότι μου μοιάζει υποκριτικά, που αυτό για μένα είναι καλό γιατί δεν θα υπάρχει και σύγκριση, σε κάποιες παραστάσεις που τον είδα να παίζει «με είδα» κάπου. Αυτό μου το είπανε και άνθρωποι μέσα από το θέατρο, ότι τους θυμίζει εμένα στο ξεκίνημά μου. Πράγματι, έχει στοιχεία μου ο Μιχάλης, ίσως παραπάνω στην κίνηση. Σε κάποιες κινήσεις και σε κάποια απότομα γυρίσματα του κεφαλιού, με βλέπω. Αλλά το καλό είναι ότι δεν με βλέπω συνέχεια.

Μιχάλης: Η αλήθεια είναι ότι όσο και να διαφέρουμε παικτικά, έχω κληρονομήσει σε μεγάλο βαθμό το θεατρικό του ένστικτο. Αυτό του ότι μπορούμε να βρούμε τους ρόλους, χωρίς την ιδιαίτερη μελέτη που μπορεί να κάνουν άλλοι ηθοποιοί. Να τον ψυχολογήσουμε, δηλαδή, αμέσως τον ρόλο και να δουλευτεί από μέσα μας. Αυτό είναι πολύ δυνατό εργαλείο που έχω πάρει νομίζω. Και παρά του ότι τόσα χρόνια είχα μια συγκεκριμένη εικόνα για τον πατέρα μου ως ηθοποιό, εκεί που τον είδα και είπα ότι όντως αυτό είναι θέατρο, ήταν στην παράσταση «Αριζόνα» πριν από μερικά χρόνια. Εκεί είδα έναν άλλο άνθρωπο, είδα τη μετάλλαξη που μπορεί να κάνει το θέατρο σε έναν ηθοποιό. Εκεί ζήλεψα και είπα, ρε φίλε, αυτός ο ηθοποιός θέλω να γίνω.

Εσένα Μιχάλη το θέατρο πώς λειτουργεί μέσα σου;

Σαν ένα εργαλείο αυτογνωσίας. Οι σκέψεις που κάνω πλέον τα βράδια είναι πολύ διαφορετικές από αυτές που έκανα πριν από τη σχολή. Νομίζω το θέατρο με έκανε καλύτερο άνθρωπο, με άλλαξε ριζικά.

Θεατρικά σε βλέπουμε πλέον στην «Κρίσιμη κατάσταση». Ήταν σημαντική για σένα η συμμετοχή σου στον ΘΟΚ;

Πάρα πολύ και η αλήθεια είναι ότι δεν το περίμενα, γιατί πρώτα απ’ όλα είναι κυπριακό το έργο. Γενικά όλοι συνάδελφοι με αγκάλιασαν πάρα πολύ και με έκαναν να νιώσω ίσος απέναντί τους. Είναι πολύ όμορφη εμπειρία όλο αυτό.

Με τα κυπριακά πώς τα πας;

Έχω πεθάνει στη μελέτη. Από την ώρα που ξεκινήσαμε τις πρόβες άρχισα να μιλάω κυπριακά και στη ζωή μου. Αλλά εντάξει, στις πρόβες όταν τελειώναμε και έφευγαν οι συνάδελφοι, εγώ έμενα άλλη μια ώρα για να κάνω «Κυπριακή Γωνιά» και να δουλεύω τα κυπριακά μου.

Ως ηθοποιός τι θα ήθελες να πετύχεις στα επόμενα χρόνια;

Έχω ένα όραμα σαν νέος ηθοποιός: Θέλω το θέατρο να γίνει κάτι άλλο από αυτό που είναι σήμερα. Θέλω οι ευκαιρίες που θα δίνονται στους νέους ηθοποιούς να είναι περισσότερες και να υπάρχει όντως μια επιλογή ανθρώπων που να αξίζουν σε αυτό που κάνουνε. Σίγουρα για να το πετύχω αυτό και να μπορέσει όλη η γενιά μου να αλλάξουμε το θέατρο, θα πρέπει να μας δοθούν ευκαιρίες, να μπούμε στον χώρο και να φέρουμε αυτό το νέο αίμα και αυτή τη φρεσκάδα που χρειάζεται. Το θέατρο είναι ένας ζωντανός οργανισμός, όπως και να το κάνουμε.

ΣΧΕΤΙΚΑ

LIKE NEWS