ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

BEAUTY NEWS

CELEBRITIESΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣAnastazio: Πήγα στον άλλο κόσμο και γύρισα

Anastazio: Πήγα στον άλλο κόσμο και γύρισα

Ο τραγουδιστής και χορογράφος -ταυτισμένος, μέχρι σήμερα, με τα «αθώα» χρόνια του Διαγωνισμού Τραγουδιού της Eurovision- εμπιστεύεται το Down Town, στην πρώτη του προσωπική συνέντευξη έπειτα από 21 χρόνια σιωπής, με αφορμή την πρόσφατη περιπέτεια της υγείας του με τον κορωνοϊό.

Από τον Γιάννη Χατζηγεωργίου

Η προφανής, πρώτη ερώτηση, παρακολουθώντας κάποιος τη μεγάλη περιπέτεια της υγείας σου με τον κορωνοϊό μέσα από τα social media σου, είναι «πώς είσαι σήμερα;»;
Είμαι σε καλό δρόμο, με πολύ μεγάλη βοήθεια από τρία νοσοκομεία τους τελευταίους έξι μήνες: Τη μονάδα εντατικής θεραπείας του Νοσοκομείου Λεμεσού στο οποίο εισήχθηκα αρχικά στις 23 Μαρτίου, λόγω του ότι βρισκόμουν σε κώμα, το νοσοκομείο αναφοράς -αυτό της Αμμοχώστου- στο οποίο στη συνέχεια νοσηλεύτηκα, και το Νοσοκομείο Λάρνακας στο οποίο ακόμη νοσηλεύομαι. Τα νοσοκομεία είναι ένας χώρος όπου όλοι έτρεχαν να απομακρυνθούν από αυτά, ενώ οι εργαζόμενοί τους -αυτοί οι ήρωες- βρίσκονταν μέσα σε συνεχές κίνδυνο – μόνο αν το ζήσεις μπορείς να το καταλάβεις και εύχομαι να μη χρειαστεί να το βιώσει αυτό ποτέ κανείς. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τώρα πως, όταν συνήλθα πια από το κώμα, στο Νοσοκομείο της Λεμεσού, αντίκρυσα τον πόνο και την απόγνωση μαζί με την προσπάθεια και τη φροντίδα του ιατρικού προσωπικού και των νοσηλευτών. Η εικόνα ήταν βιβλική. Για παράδειγμα, θυμάμαι είχαν σταματήσει οι παλμοί μιας γυναίκας που βρισκόταν στον απέναντι διάδρομο, και η γιατρός κρατούσε μια τεράστια σύριγγα με τα δυο χέρια και της την έφερε καρφωτή στην καρδιά δυο φορές, εκκενώνοντας μέσα κάποιο υγρό και κάνοντας μαλάξεις με τα χέρια επαναφέροντάς την. Από τους ψιθύρους που άκουγα, συμπέρανα πως δεν ήταν το πρώτο περιστατικό – υπήρχε κρίση. Αυτή ήταν η πρώτη μου εικόνα, προτού καν μου ανακοινώσουν πως είχα προσβληθεί από τον κορωνοϊό. Στα βάθος δεξιά, προς την είσοδο, θυμάμαι επίσης πως άκουγα να κλαίει ένα παιδί και τους νοσοκόμους να μιλάνε για θανάτους μέσα στον θάλαμο, χωρίς να κατονομάζουν κάποιους. Αργότερα, έμαθα ότι στο διπλανό μου κρεβάτι είχε καταλήξει ένας άνδρας 47 ετών. Ναι, είχα πάει στον άλλο κόσμο και γύρισα.

Γιατί μεταφέρθηκες αρχικά στο Νοσοκομείο Λεμεσού;
Ενώ το σπίτι μου βρίσκεται στην περιοχή της Πάφου, το συγκεκριμένο νοσοκομείο ήταν κλειστό λόγω κρουσμάτων κορωνοϊού. Έτσι, μεταφέρθηκα στο Νοσοκομείο Λεμεσού που ήταν το κοντινότερο, στο οποίο και παρέμεινα για ακόμη 6-7 μέρες αφότου συνήλθα από το κώμα, στις 17 Απριλίου. Αργότερα, με μετέφεραν στο νοσοκομείο αναφοράς. Στις 5 Μαΐου, όταν πια θεωρήθηκε πως ξεπέρασα τον κίνδυνο, με έξι συνεχή αρνητικά τεστ που μου έκαναν στο Νοσοκομείο Αμμοχώστου, με μετέφεραν πια στο Νοσοκομείο Λάρνακας -ως το κοντινότερο- διότι παρέμεναν σοβαρά προβλήματα στον οργανισμό μου που έπρεπε να αντιμετωπιστούν με θεραπεία. Ας μη μας διαφεύγει πως οι γιατροί και οι νοσηλευτές «πολεμούσαν» έναν ιό για τον οποίο δεν γνώριζαν πολλά. Αυτός ο ιός διαφέρει από τους άλλους, γιατί είναι ένας ιός που «σκέφτεται», που σου κατεβάζει όλα τα συστήματα, για να μείνει μόνος με την καρδιά σου, ώστε να «πολεμήσουν» οι δυο τους.

Εσύ, γιατί βίωσες σε τόσο βαριά μορφή τον κορωνοϊό, ενώ άλλοι τον αντιμετωπίζουν ηπιότερα, όπως μαθαίνουμε;
Καταρχάς είμαι 60 ετών – δεν είμαι νεαρός. Κατά δεύτερον, έχω περάσει πνευμονίες στο παρελθόν, είχα και έχω θέματα με το αναπνευστικό μου, κάτι που επιβάρυνε ο κορωνοϊός. Κάνω έκκληση στον κόσμο να προσέχει – δεν είναι απλά τα πράγματα. Να ακολουθεί τις οδηγίες των γιατρών. Ας σταματήσουν ορισμένοι να ειρωνεύονται τους γιατρούς που μιλούν για τις μάσκες ή να πλάθουν με το μυαλό τους ιστορίες συνωμοσίας – η πραγματικότητα είναι εδώ και είμαι το ζωντανό παράδειγμα του ανθρώπου που νόσησε από τον κορωνοϊό και κόντεψε να πεθάνει. Καταλαβαίνω τους νέους -υπήρξα κι εγώ νέος και απρόβλεπτος- όμως, πρέπει να συνειδητοποιήσουν πως η αρρώστια περνάει από εκείνους ασυμπτωματικά, «σκοτώνοντας» στη συνέχεια, με αυτό το αόρατο «όπλο», τους γονείς και τους παππούδες τους ή κάποιον συγγενή με χρόνια προβλήματα. Αν συμβεί το «κακό», τότε, πιστέψτε με, το ψυχολογικό πρόβλημα που θα έχουν, αυτό που θα σέρνουν σε όλη τους τη ζωή, θα είναι δυσβάσταχτο. Βλέπω τα δελτία ειδήσεων και υποφέρω…

Πώς είναι η καθημερινότητά σου, αυτούς τους έξι μήνες, μέσα στα νοσοκομεία;
Προσπαθούσα όλο αυτό τον καιρό να αντλήσω δύναμη χρησιμοποιώντας όλη τη γενναιότητα, όλη την πραότητα που είχα μέσα μου και την προσευχή. Το καταφύγιό μου είναι η μουσική – διαβάζω μουσική, γράφω τραγούδια, γράφω στίχους. Αλλά, είμαι σε μια «φυλακή». Μετέτρεψα ένα δωμάτιο 2Χ3 σε υπνοδωμάτιο, γυμναστήριο, εστιατόριο και χώρο αναψυχής – ενώ, πολλές φορές, είχα και συγκάτοικους μέσα σε ένα τόσο δα μικρό χώρο. Οι άνθρωποι που με επισκέπτονταν και μου έφερναν ό,τι χρειαζόμουν, ακόμα και σημειώματα, τάματα από εκκλησίες και μοναστήρια όπου πήγαιναν και προσεύχονταν για μένα, καθώς και στη Μητρόπολη Λεμεσού, ή αφήνοντάς μου δώρα στην είσοδο του νοσοκομείου, με ρωτάνε «πώς άντεξες;». Κι όμως, άντεξα! Οι προσευχές με έφεραν πίσω. Σαν να ήθελε ο θεός να μου δώσει παράταση χρόνου για να διορθώσω κάποια πράγματα ή για να κάνω κάτι το οποίο ακόμη δεν γνωρίζω τι θα είναι…

Τι θέλεις, δηλαδή, να «διορθώσεις» βγαίνοντας από το νοσοκομείο;
Ανόητες κόντρες, κακά συναισθήματα, συγκρούσεις του παρελθόντος. Είμαι έτοιμος να κάνω τις απολογίες μου και παρατηρώ πως από τις πρώτες «συγνώμες» που είπα ήδη, φάνηκε πως και οι άλλοι ήταν έτοιμοι να τις δεχτούν και να τις πουν και σε μένα. Δεν αξίζει να τσακωθείς με κανέναν! Δεν αξίζει να πληγώσεις κανέναν! Τι θα μας μείνει σ’ αυτή τη ζωή; Οι πικρίες;

Πώς προσβλήθηκες από τον κορωνοϊό; Ήσουν από τους πρώτους, μάλιστα, που νόσησαν στην Κύπρο…
Οι επαφές μου, εδώ και 22 χρόνια, είναι κυρίως με ξένους και η επαγγελματική μου δραστηριότητα αφορά σε ξένους. Άλλωστε, οι άνθρωποι που με γνωρίζουν -στην Αγγλία και στην Αυστρία, κυρίως- είναι πολύ περισσότεροι από όσοι με ξέρουν στην Κύπρο και στην Ελλάδα. Θα σου φανεί ίσως περίεργο, αλλά για πολλά χρόνια μετά το 1990 εγώ συνέχιζα να «εξαργυρώνω» τη μεγάλη προβολή που μου είχε δώσει ο Διαγωνισμός Τραγουδιού της Eurovision. Θα είμαι αιώνια ευγνώμων στη Eurovision – ήταν το «εισιτήριό» μου στη μετέπειτα επαγγελματική μου δραστηριότητα, ήμουν «αυτός που πήγε στη Eurovision» για πολλές χώρες, στις οποίες δραστηριοποιήθηκα επαγγελματικά στη συνέχεια.

Πάνω, 1990. Το εξώφυλλο του δίσκου του Anastazio «Καρδιά σκληρή», σε μουσική Μάριου Μελετίου και στίχους Έφης Μελετίου, που είχε κυκλοφορήσει από την CBS.

Πόσο άλλαξε η ζωή σου από το 1990 μέχρι σήμερα;
Είμαι ένας άλλος άνθρωπος! Παρέμεινα, ωστόσο, μέσα μου, ένα μικρό αγοράκι, με χαρά, με αγάπη για τον κόσμο. Άλλαξαν, όμως, η καθημερινότητά μου, η συμπεριφορά μου, οι προτιμήσεις μου – και στην επαγγελματική μου ζωή, και στην προσωπική. Στη δουλειά μου, μου δόθηκαν πολλές ευκαιρίες σε μουσικούς δρόμους πιο bel canto, πιο οπερατικούς, τραγούδησα με τον «μύθο» Engelbert Humperdinck, ασχολήθηκα με μιούζικαλ και με πιο εξειδικευμένη μουσική «ειδικού» κοινού. Αλλά και στην προσωπική μου ζωή άλλαξαν πολλά: Εκείνο το άστατο αγοράκι του ’90 που ήταν μια «ωρολογιακή βόμβα», μαζεύτηκε, έδωσε μια σοβαρότητα στη ζωή του – παντρεύτηκα την πιο όμορφη και την πιο ταλαντούχα γυναίκα του κόσμου, μισή Αυστριακή μισή Ολλανδέζα, η οποία ζούσε στο Χονγκ Κόνγκ και στο Πεκίνο, ζωγράφος, πασίγνωστη σε όλο τον κόσμο, τη Silvia Van Hattum. Ενώ γνωριζόμασταν και βγαίναμε ως φίλοι από το 2003, το 2008, αφότου είχα νοσήσει από καρκίνο κινδυνεύοντας πολύ, νοσηλευόμενος στην Αθήνα, και βλέποντας πόσο πολύ με αγαπούσε, πόσο πολύ στάθηκε δίπλα μου, της είχα κάνει πρόταση γάμου. Ενώ περίμενα ένα μεγάλο «όχι» μού ήρθε ένα μεγάλο «ναι» – δεν μπορώ να σου περιγράψω πόσο ευτυχισμένος αισθάνθηκα εκείνη τη μέρα! Η Silvia, τις δύσκολες μέρες του καρκίνου στο νοσοκομείο του Ευαγγελισμού, που δεν ήξερα αν θα ζήσω ή αν θα πεθάνω, ήταν ο μοναδικός άνθρωπος που στάθηκε όσο κανείς άλλος δίπλα μου: Με την καρδιά της, με την ψυχή της και με τις πιστωτικές της κάρτες. Γιατί τα φάρμακά μου, όταν εγώ ήμουν πια υπό διάλυση και χρεωκοπημένος από τις θεραπείες, τα αγόραζε όλα η Silvia. Όλα τα είχε αναλάβει εκείνη! Αν δεν υπήρχε, το πιο πιθανό είναι πως δεν θα μιλούσαμε σήμερα…Την ερωτεύτηκα και με ερωτεύτηκε βαθιά…

8/8/2012. Ο γάμος του Anastazio με τη Silvia, στο Δημαρχείο Πάφου.

Ενώ γνώριζε την ατίθαση ζωή εκείνου του αγοριού των ‘90s;
Βεβαίως και τη γνώριζε. Και από πρώτο χέρι μάλιστα: Από μένα! Ωστόσο, ήθελε κι η ίδια να παντρευτούμε. Με λάτρευε. Το ίδιο κι εγώ! Δυστυχώς, το 2014 την έχασα. Μέσα σε τρεις μέρες. Από νεφρική ανεπάρκεια. Ζούσαμε παράλληλα στην Κύπρο και στο εξωτερικό, όπου έκανε τις εκθέσεις της και εγώ τις εμφανίσεις μου – είχα βρει το άλλο μου μισό! Καταλαβαίνεις, λοιπόν, πως πέρασα πολύ άσχημα μετά το 2014… Για τρία χρόνια είχα κατάθλιψη, έπαιρνα φαρμακευτική αγωγή, με παρακολουθούσαν ειδικοί. Τελευταία, άρχισα να συνέρχομαι – δεν είναι εύκολο.

Κάνοντας την αυτοκριτική σου, διαπιστώνεις πως έκανες λάθη στην καριέρα σου αυτά τα 30 χρόνια, μετά τη Eurovision;
Στο εξωτερικό, όπου ήταν η κύριά μου δραστηριότητα, όχι. Στην Ελλάδα, όμως, συνέβη το εξής: Είχα πει στον εαυτό μου, μετά τη Eurovision, πως θα περίμενα 2-3 χρόνια, μέχρι να δω τι μπορεί να γίνει, διότι αυτό το χρονικό διάστημα έδινα στον εαυτό μου κάνοντας, στο μεταξύ, καταπληκτικές συνεργασίες: Με τον Μάριο Τόκα, τον Γιάννη Σπανό, την Αλέξια, τον Βασίλη Καρρά, τον Νότη Σφακιανάκη, τον Κώστα Καράλη, την Ελπίδα κ.ά. Αλλά έφυγα. Εγώ είχα πάει στην Αθήνα για να κάνω δισκογραφία, να αφήσω ένα «σημάδι», αλλά όταν είδα πως αυτό δεν γινόταν, επέστρεψα στην Κύπρο το 1995. Το «λάθος» μου ήταν που πήγα πια στην Ελλάδα μεγάλος και δημιουργημένος -όπως θυμάσαι είχα την κορυφαία σχολή χορού στη Λεμεσό και την πιο προβεβλημένη παγκύπρια- είχα κάνει «όνομα» στην Κύπρο, είχα βγάλει χρήματα. Δεν μπορούσα πια, στα 33 μου χρόνια, έχοντας ζήσει στην Αμερική και στην Ευρώπη, με σπουδαίες συνεργασίες πίσω μου ως χορογράφος, να ανεχτώ τη συμπεριφορά οποιουδήποτε επειδή απλά είναι «η φίρμα» και να του κάνω τη «γλάστρα». Δεν συμβιβάστηκα. «Εκνεύρισα» ακόμη και ανθρώπους με τους οποίους δεν ήθελα να έρθω σε αντιπαράθεση. Το 1995, λοιπόν, γύρισα στην Κύπρο, έμεινα εδώ για ένα χρόνο και στη συνέχεια έζησα για δύο χρόνια στο Βέλγιο κάνοντας συχνά ταξίδια στη Γερμανία και συνεργαζόμενος με σπουδαίους μουσικούς. Το 1999 επέστρεψα και πάλι στην Κύπρο, γιατί ήθελα να είμαι κοντά στην οικογένειά μου. Από τότε δημιούργησα τα πιο ξακουστά ίσως προγράμματα σε μεγάλα ξενοδοχεία και μαγαζιά της Κύπρου, στην Πάφο και στη Λεμεσό: Στο ξενοδοχείο «Aloe», στο «Azia», στο «Alexander The Great», στο νυχτερινό κέντρο «Χαρούπι» με 600 άτομα κόσμο καθημερινά – κάθε νύχτα γεμάτο. Το πιο σημαντικό συμβόλαιο, όμως, ήρθε από τους αδελφούς Κωνσταντίνου, μια εταιρία που έχει τέσσερα ξενοδοχεία στην Πάφο. Κατά βάση, οι εμφανίσεις μου ήταν στο «Athena beach» – κι ήταν το ισχυρότερο συμβόλαιο που είχα ποτέ. Για να καταλάβεις, τα πρώτα επτά χρόνια, το show έπαιζε επτά μέρες τη βδομάδα, παράλληλα στην Κύπρο και στο εξωτερικό, όταν στην Αθήνα, συνάδελφοί μου που με είχαν για «γλάστρα» τους, οι οποίοι χαμογέλασαν ειρωνικά όταν έφυγα απ’ την Αθήνα, παρακαλούσαν για ένα μεροκάματο την περίοδο της μεγάλης κρίσης ή προσεύχονταν να καταφέρει να τους καταβάλει ο μαγαζάτορας το νυχτοκάματό τους. Δόξα τω Θεώ, είμαι πολύ χορτασμένος και από υλικά αγαθά, όλα αυτά τα χρόνια. Το γεγονός ότι είχα φύγει από την Αθήνα, είναι ξεκάθαρο πια πως ήταν η σωστή κίνηση στη σωστή στιγμή.

Κανένας καημός; Καμία πίκρα για την Αθήνα;
Είμαι απολύτως χορτασμένος – ιδιαίτερα με τις συνεργασίες που είχα με σημαντικούς μουσικούς στο εξωτερικό. Άλλωστε, συνεχίζω να έχω πολύ δυνατές φιλίες στην Αθήνα: Την Έλενα Πατρόκλου, τον Δήμο Μπέκε, τον Νικόλα Νικολάου… Εκείνοι που ξέρουν, ξέρουν…

Γιατί δεν μου αναφέρεις την Αλέξια – με την οποία ζούσατε μαζί στη Νέα Υόρκη, συνεργαστήκατε στην Αθήνα και ήσασταν πολύ καλοί φίλοι;
Όταν γνωριστήκαμε με την Αλέξια ήμασταν δύο παιδιά στη Νέα Υόρκη, πολύ αγαπημένα. Ονειρευτήκαμε μαζί, προγραμματίσαμε μαζί, ελπίσαμε μαζί, κλάψαμε και γελάσαμε μαζί. Η σχέση μας ήταν μόνο φιλική και επαγγελματική. Δυστυχώς, δεν έχουμε πια καμία επαφή. Τα χρόνια μας πήγαν σε άλλους δρόμους.

Εξήγησέ μου κάτι: Ενώ είχες έντονη καλλιτεχνική δραστηριότητα όλα αυτά τα χρόνια, γιατί απείχες από τα media, από συνεντεύξεις και φωτογραφήσεις, με τόσες αρνήσεις σε δημοσιογράφους που σε προσέγγιζαν κατά καιρούς;
Γιατί δεν ήθελα. Δεν αφορούσε κανέναν δημοσιογράφο το τι κάνω εγώ πια στη ζωή μου – η δουλειά μου ήταν εκεί, φαινόταν. Επίσης, δεν είχα κάποιο νέο δίσκο, μια νέα μουσική συνεργασία ελληνική για να προβάλω. Όλα αυτά τα χρόνια πήγα μόνο σε δύο ειδικές εκπομπές για τη Eurovision, στο ΡΙΚ και στον Λουκά Χάματσο, χωρίς όμως να μιλήσω ποτέ για την προσωπική μου ζωή. Να έβγαινα στην τηλεόραση και να πω τι; Ο κύριος λόγος που το κάνω σήμερα είναι μόνο και μόνο για να εκπέμψω σήμα κινδύνου για τη σοβαρότητα της κατάστασης με τον κορωνοϊό -από έναν άνθρωπο που πήγε στην άλλη «πλευρά» και γύρισε- και ο δεύτερος λόγος είσαι εσύ, Γιάννη. Μου ζήτησαν πολλοί να τους δώσω συνέντευξη τους τελευταίους έξι μήνες – από εκπομπές μέσω skype, περιοδικά κλπ… Αλλά, είναι θέμα χρονικής συγκυρίας. Ωστόσο, υπόσχομαι, πως, αν έχω την ευκαιρία, θα μιλήσω στο μέλλον και με άλλους καλούς συναδέλφους σου, λόγω και του βιβλίου που έχω αρχίσει να γράφω, με αφορμή τα όσα είδα και ένιωσα εκείνες τις 21 μέρες που ήμουν σε κώμα και τα οποία επιβεβαιώθηκαν με συγκλονιστικό τρόπο τους επόμενους μήνες, όταν πια συνήλθα.

Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που θες να κάνεις επιστρέφοντας πια στο σπίτι σου, ύστερα από τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα μέσα στα νοσοκομεία;
Θέλω να ανοίξω την πόρτα του σπιτιού μου και να αγκαλιάσω τη σκυλίτσα μου! Τη Λάρα μου την έχω επτά χρόνια, έχουμε ζήσει πολλά μαζί, είναι πια ο «άνθρωπός» μου. Θέλω να της απολογηθώ, να τη φιλήσω, να της δώσω να καταλάβει πως θα είμαι «εκεί». Οι άνθρωποι που μένουν στο σπίτι μου για να το προσέχουν, μου λένε πως εδώ και έξι μήνες κάθεται στη βεράντα και κοιτάει επίμονα την εξώπορτα, να δει αν έρχομαι…

Τι σημαίνει «επιτυχία» σήμερα για σένα;
Επιτυχία για μένα σήμερα είναι που είμαι ζωντανός. Μπορεί να μην πούλησα δίσκους όσο ο Ντέμης Ρούσος και η Βίκυ Μοσχολιού που τους λάτρευα, να μην έγινα γνωστός όσο η Αλίκη Βουγιουκλάκη την οποία γνώριζα κιόλας και με συμβούλευε «να επιμένεις, μη βγεις από την ουρά», μπορεί να μην έγινα γνωστός ανά το παγκόσμιο όσο ο Michael Jackson -που ήταν η έμπνευσή μου- ή η Whitney Huston -στην οποία υποκλινόμουν- αλλά εγώ σήμερα βρίσκομαι ανάμεσα στους ζωντανούς!

ΣΧΕΤΙΚΑ

LIKE NEWS