CELEBRITIESΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣΜάρω, Έλενα και Μαρία Σιακαλλή: Τρεις γυναίκες, τρεις ιστορίες, ένας άνδρας

Μάρω, Έλενα και Μαρία Σιακαλλή: Τρεις γυναίκες, τρεις ιστορίες, ένας άνδρας

Με αφορμή τα 40 χρόνια ζωής του Προσφυγικού Λαογραφικού Όμιλου, «Αδούλωτοι» Σιακαλλή και τη μουσικοθεατρική παράσταση που ανεβάζουν σε λίγες μέρες, θυμόμαστε ιστορίες για τον άνθρωπο Μίκη Σιακαλλή, έτσι όπως τις αφηγήθηκαν οι γυναίκες της οικογένειας, η σύζυγος, η κόρη και η εγγονή του, σε παλαιότερο τεύχος του περιοδικού Omikron.

Του Πιερή Παναγή

Μάρω – η σύζυγος
«Με τον Μίκη είχαμε γνωριστεί όταν ήμουν τρίτη τάξη του γυμνασίου και αυτός στην έκτη. Η αλήθεια είναι πως ήταν το ομορφόπαιδο του σχολείου… Η έλξη υπήρχε, λοιπόν, από τότε χωρίς τίποτα πονηρό. Η αδελφή του μετέφερε τα ραβασάκια μας και βρισκόμασταν με άλλους φίλους σε μια εποχή που τα συναισθήματα ήταν τόσο αγνά… Πιο έντονα αλλά ταυτόχρονα και τόσο αθώα. Όταν ο Μίκης πήγε να σπουδάσει αρχίσαμε να αλληλογραφούμε, ενώ όταν επέστρεφε τα καλοκαίρια βρισκόμασταν. Πάντοτε, βέβαια, μαζί με άλλους: τη μια φορά σε ένα ζαχαροπλαστείο, σ’ ένα σινεμά την άλλη. Τελειώνοντας το σχολείο, ήθελα να πάω να σπουδάσω δασκάλα αλλά ήρθε και με ζήτησε. Και τότε δεν επιτρεπόταν να σπουδάζεις δασκάλα και να είσαι αρραβωνιασμένη ή παντρεμένη. Επειδή, όμως, ήμουν ερωτευμένη μαζί του αποφάσισα να αφήσω τη σχολή και να τον παντρευτώ. Και τελικά έγινα δασκάλα χορού! Όλα ξεκίνησαν μετά την εισβολή, όταν επιστρέψαμε στην Κύπρο το ‘75. Ο Μίκης πήγαινε δουλειά κι εγώ δεν μπορούσα να είμαι άπραγη στο σπίτι. Μου ήταν αδιανόητο. Έτσι αποφασίσαμε να ανοίξουμε τη σχολή χορού. Παρόλο που δεν είχα σπουδάσει χορό είχαν έναν παππού που έπαιζε βιολί και πηγαίναμε μαζί στους γάμους, από την άλλη βοηθούσα εθελοντικά άλλες ομάδες και το σημαντικότερο ήταν πως αγαπούσα το χορό. Ανοίξαμε λοιπόν ένα μικρό στούντιο στην Ανδρίας 5, εκεί που είναι σήμερα η Καλλιπόλεως. Είχαμε 4 μαθητές, πλήρωναν 4 λίρες το μήνα κι εμείς είχαμε ενοίκιο 25! Δεν μας ένοιαζε όμως! Δεν το κάναμε γιατί θέλαμε να βγάλουμε λεφτά απ’ αυτό. Πολύ απλά μας άρεσε. Ο κόσμος βέβαια ήταν πολύ επιφυλακτικός. Πού να αφήσει ένας άντρας τη γυναίκα του να κάνει χορό ή το αντίστροφο. Δεν υπήρχε κάποια άλλη σχολή και τότε ο χορός θεωρείτο «ελαφρών ηθών». Έπρεπε να έρθουν να δουν το περιβάλλον, να καταλάβουν ποιοι είμαστε. Σιγά-σιγά αποκτήσαμε την εμπιστοσύνη του κόσμου και πέρασαν χιλιάδες άνθρωποι τόσο από τη σχολή όσο και από το συγκρότημα που δημιουργήσαμε. Ήταν όμως και ο Μίκης τόσο χαρισματικός. Σηκωνόταν το πρωί και έβγαζε μια χορογραφία στο άψε σβήσε. Καθόταν, μετρούσε τη μουσική -αυτοδίδακτος – και δημιουργούσε βήματα. Μετά το θάνατό του από ανακοπή, ήρθε κάποιος, από την εποχή που είχαμε ελάχιστους μαθητές και μου είπε πως τότε, το ‘76, όταν ήταν ακόμα μαθητής στη σχολή, ο Μίκης είχε παρατηρήσει πως ερχόταν με τρύπια παπούτσια. Και όταν πήγε να πληρώσει τις 4 λίρες του είπε ο Μίκης πως δεν χρειαζόταν, πως θα ήταν καλύτερο να πάει να αγοράσει παπούτσια και πως εκείνο το μήνα δεν χρειαζόταν να τον πληρώσει… Τέτοιος ήταν ο Μίκης… Ανοιχτόκαρδος…».

7N4B1826

Έλενα – η κόρη
«Ο πατέρας μου ήταν ένας άνθρωπος πειθαρχημένος, δίκαιος, αυστηρός, ευθύς, υπερευαίσθητος, απλός. Πολλά διαφορετικά και ετερόκλητα επίθετα. Αυτό γιατί, ενώ ήταν άνθρωπος αυστηρός είχε ταυτόχρονα και μια οξυμένη ευαισθησία που δεν μπορούσε παρά να σε σκλαβώσει. Ήταν, παράλληλα, ένας πολύ στοργικός άνθρωπος που δεν τσιγκουνευόταν το «σ’ αγαπώ». Ήταν μια λέξη στην καθημερινότητά του και κατ’ επέκταση στη δική μας.
Μου άρεσε να τον βλέπω να χορεύει ζεϊμπέκικο. Παρόλο που σταμάτησε τις εμφανίσεις από τα 38 του και δεν έβγαινε στη σκηνή εύκολα, τον θυμάμαι να χορεύει στις παρέες και ο χορός του είχε μια λεβεντιά, μια περηφάνια. Ο τρόπος που άνοιγε τα χέρια του, που στριφογύριζε, τα βήματά του… Ήταν εξαιρετικός. Και η τελευταία του εμφάνιση, ύστερα από πολλά-πολλά χρόνια ήταν με τον εγγονό του. Ο Αλέξανδρος, ο γιος μου, θα εμφανιζόταν ως χορευτής στο «Ελλάδα Έχεις Ταλέντο». Ο πατέρας μου λοιπόν έφτιαξε μια χορογραφία, ένα χορευτικό ανάμεσα σ’ έναν παππού και στον εγγονό του. Τον πείσαμε πως θα ήταν πιο αληθινό, πιο άμεσο, το να κάνει το ρόλο του παππού. Έτσι εμφανίστηκαν μαζί κερδίζοντας διθυραμβικά σχόλια!
Κάνοντας την παράσταση εις μνήμη του συνειδητοποίησα πόσα δημιούργησε και έφτιαξε. Έκανε απίστευτες χορογραφίες από το ’60 ακόμα σε μια εποχή που δεν υπήρχε το ίντερνετ, ούτε και άλλες παραστάσεις για να δανειστεί στοιχεία. Τότε, δεν υπήρχαν προσλαμβάνουσες αλλά προφανώς ήταν χαρισματικά εμπνευσμένος. Ήταν ένας άνθρωπος πρωτοπόρος»!

7N4B1843

Μαρία – η εγγονή
«Ο παππούς ήταν ένας περίεργος χαρακτήρας. Από τη μια ήταν πολύ αυστηρός με εμάς τους μαθητές της σχολής του να τον τρέμουμε και από την άλλη ήταν ένας άνθρωπος πολύ γλυκός. Αλλά ακόμα και γι’ αυτή την αυστηρότητά του, ξέραμε ότι εμείς φταίγαμε, ότι είχε δίκαιο όταν μας έκανε κάποια παρατήρηση… Ομολογώ πως είχα μια ιδιαίτερη σχέση μαζί του. Περνούσαμε πολύ χρόνο μαζί, ειδικά τα τελευταία χρόνια. Ήταν ο δεύτερος πατέρας μου… Θυμάμαι, όταν ήμουν πιο μικρή, καθόταν στο αυτοκίνητο, με έβαζε στα πόδια του και πηγαίναμε βόλτα στη γειτονιά. Και μια βδομάδα πριν φύγει, μου είπε να καθίσω στη θέση του οδηγού για να τον πάω βόλτα. Κάθισε δίπλα μου, μου εξήγησε τι έπρεπε να κάνω γιατί ήταν η πρώτη μου φορά στο αυτοκίνητο και ξεκίνησα. Σιγά-σιγά προχωρούσα προς το σπίτι. Λίγο πριν φτάσουμε, μου ζήτησε να τον πάω στο κοιμητήριο της Έγκωμης. Δεν έδωσα σημασία, επιστρέψαμε στο σπίτι και πριν κατέβω από το αυτοκίνητο, μου είπε πως ήθελε να ήταν ο πρώτος άνθρωπος που θα έπαιρνα βόλτα με το αυτοκίνητο. Μια βδομάδα μετά πέθανε και η ταφή έγινε στο κοιμητήριο της Έγκωμης. Ήταν παράξενο… Ακόμα και σήμερα μου λείπει. Κι ας πέρασε 1,5 χρόνος. Νιώθω ακόμα την απουσία του…».

7N4B1854

ΣΧΕΤΙΚΑ

LIKE NEWS