CELEBRITIESΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣΟ Ηρακλής Σκυριανίδης αφηγείται την ιστορία του θρυλικού ξενοδοχείου Forest Park

Ο Ηρακλής Σκυριανίδης αφηγείται την ιστορία του θρυλικού ξενοδοχείου Forest Park

Στην πλαγιά ενός βουνού, ανάμεσα σ’ ένα πυκνό δάσος με πεύκα, «αναδύεται» ένα ξενοδοχείο του οποίου η ιστορία είναι συνυφασμένη με αυτήν της Κύπρου. Τον ερχόμενο Ιούλιο, το Forest Park στις Πλάτρες «κλείνει» αισίως τα 80 χρόνια από την ίδρυσή του. Τόσα χρόνια, που ήταν αρκετά για να δημιουργήσουν γύρω από το όνομά του έναν ολόκληρο μύθο και μια ανεκτίμητη κληρονομιά.

Κείμενο – Φωτογραφίες: Παντελής Παναγιώτου

Καθισμένοι στην τεράστια πίσω βεράντα του ξενοδοχείου, με τον δροσερό αέρα να μας χαϊδεύει τα αυτιά και τα τιτιβίσματα των πουλιών να μας κρατάνε συντροφιά, ο κ. Ηρακλής Σκυριανίδης, (Διευθύνων Σύμβουλος του ξενοδοχείου) μου διηγείται με νοσταλγία την ενδιαφέρουσα  ιστορία του Forest Park, κάνοντας ένα ταξίδι στο χρόνο. Πάνε τώρα δεκαετίες που αυτό είναι το μόνιμο σπίτι του. Και δεν λέει να το εγκαταλείψει. Εδώ θέλει να ζει. Να κοιμάται, να ξυπνά και διατηρεί το όραμα του πατέρα του, Γεώργιου Σκυριανίδη που ήθελε να βλέπει το ξενοδοχείο να σφύζει από ζωή…

02

Η ΖΩΗ ΜΟΥ ΟΛΗ

«Γεννήθηκα στη Λεμεσό τον Ιανουάριο του 1941. Είμαι ο πρωτότοκος γιος της Σοφίας και του Γεώργιου και έχω άλλα δυο αδέλφια, τον Αντωνάκη και τη μικρότερη αδερφή μας, τη Δάφνη. Μετά τη γέννησή μου, με έφεραν στις Πλάτρες όπου ξεκίνησα το σχολείο. Τα παιδικά μου χρόνια, ήταν λίγο περίεργα. Από οικονομικής άποψης ήταν καλά, αλλά υπήρχαν στιγμές που αντιμετώπιζα δυσκολίες ως παιδί. Η μητέρα μου έλειπε για μεγάλα διαστήματα, καθώς συνέχιζε να διευθύνει το ξενοδοχείο «Victoria»  που είχε ο θείος μου στο Κάιρο. Από μικρός, όμως, έκρυβα μέσα μου την επιθυμία και ήξερα ότι θα ασχοληθώ κάποια στιγμή επαγγελματικά με αυτό τον τομέα. Θέλοντας και μη, όταν μεγαλώνεις μέσα σε ένα ξενοδοχείο και το ζεις από πρώτο χέρι, οι πιθανότητες να ακολουθήσεις τον ίδιο δρόμο είναι πολλές. Μετά το σχολείο, λοιπόν, είχα αποφασίσει να πάω στην Αγγλία για σπουδές στα ξενοδοχειακά. Από το 1962 που επέστρεψα, ζω στις Πλάτρες. Μόνο το ‘46 χρειάστηκε να λείψω για ένα χρόνο, λόγω του ότι είχα αναλάβει το Λήδρα Πάλας το οποίο είχε ιδρύσει ο πατέρας μου μαζί με τον τότε αντιδήμαρχο της Λευκωσίας, Γεώργιο Πούλια και τον Δημήτρη Ζερμπίνη. Δεν υπήρχαν άλλα ξενοδοχεία στη Λευκωσία, οπότε ήταν καλή ιδέα να ανοίξουν ένα στην πρωτεύουσα, ιδανικό για να φιλοξενεί ξένους. Παράλληλα, ο πατέρας μου είχε δημιουργήσει και την πρώτη εταιρία στην Κύπρο με τα Δημόσια Ξενοδοχεία.

forestpark

Η μητέρα μου έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 67 ετών. Λίγο μετά την πώληση του ξενοδοχείου που διεύθυνε στην Αίγυπτο. Ήταν μια γυναίκα που θαύμαζα πολύ. Τη θεωρούσα εξαιρετική, ιδιαίτερα για τον δυναμισμό της. Δεν ήταν εύκολο για μια γυναίκα σε τέτοιες εποχές. Ο πατέρας μου, έφυγε το 2001. Έζησε καλά, μέχρι τα 95 του. Μέχρι και την τελευταία μέρα της ζωής του, καταλάβαινε τα πάντα και μπορούσε να συζητήσει για όλα τα θέματα. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, το τελευταίο βράδυ της ζωής του. Τον είχα πάει μια βόλτα στους διαδρόμους του ξενοδοχείου και στη συνέχεια τον επέστρεψα στο δωμάτιο. Γύρω στις 23:30 τον άφησα να κοιμηθεί και μέχρι να κατεβώ κάτω με ενημέρωσαν ότι έφυγε από τη ζωή.

Αφιέρωσα ολόκληρη τη ζωή μου σ’ αυτό το ξενοδοχείο. Δεν παντρεύτηκα. Ούτε συντρόφους είχα. Με απορροφούσε πάντα η δουλειά. Δεν έφευγα από ‘δω, παρά μόνο όταν έκλεινε το ξενοδοχείο για λίγους μήνες τον χειμώνα ή όταν χρειαζόταν να λείψω για κάποια επαγγελματικά ταξίδια. Αυτή ήταν η ζωή μου. Σήμερα, είμαι 76 ετών. Υπάρχουν στιγμές που αισθάνομαι πως θα ήταν καλά να είχα δημιουργήσει μια οικογένεια και να είχα κάνει τα δικά μου παιδιά, όμως τώρα πια δεν έχει σημασία. Ευτυχώς, έχω τα αδέλφια μου, τον Αντωνάκη και τη Δάφνη, με τους οποίους είμαστε πολύ δεμένοι ως οικογένεια».

01

Οικογενειακή υπόθεση

«Το πρώτο ξενοδοχείο που είχε στην ιδιοκτησία του ο παππούς μου, Ηρακλής Σκυριανίδης, ήταν το «Παυσίλυπον» στις Πλάτρες το οποίο ξεκίνησε να λειτουργεί το 1900.  Τότε, δεν υπήρχαν πολλά ξενοδοχεία στην περιοχή. Πολλοί το θεωρούσαν ένα από τα καλύτερα στα ορεινά θέρετρα. Εκείνη την εποχή, o παππούς μου πηγαινοερχόταν με τις άμαξες από την πόλη στο χωριό. Οι συνθήκες ήταν διαφορετικές. Δεν υπήρχαν πολλά χρήματα, ούτε ανέσεις. Παρόλα αυτά, το ξενοδοχείο ήταν ξακουστό. Έλληνες, Ιταλοί και Αιγύπτιοι ερχόντουσαν για να περάσουν το καλοκαίρι τους εδώ. Κάπως έτσι, γνωρίστηκε η οικογένεια της μητέρας μου με αυτήν του πατέρα μου, Γιώργου Σκυριανίδη. Λόγω της σχέσης του παππού μου με τις ανατολικές χώρες, έμελλε να συναντήσει τον αδελφό της μητέρας μου, ο οποίος διατηρούσε ξενοδοχείο στο Κάιρο. Ο πατέρας μου, επηρεασμένος από την ενασχόληση της οικογένειας με τον ξενοδοχειακό τομέα, είχε αποφασίσει να φύγει για την Ελβετία και να σπουδάσει σε μια από τις καλύτερες ξενοδοχειακές σχολές της εποχής. Δούλεψε σε μεγάλα ξενοδοχεία στο εξωτερικό και ταξίδεψε στο Λονδίνο όπου εργάστηκε και απέκτησε ακόμα περισσότερες εμπειρίες. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως μέχρι και σήμερα, αποτελεί μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του κυπριακού τουρισμού και της ξενοδοχειακής βιομηχανίας. Ήταν πρωτοπόρος για την εποχή κι αυτό φαινόταν πάντα με τον τρόπο του. Ήταν ένας πολύ δραστήριος άνθρωπος. Ανάμεσα σε άλλα, υπήρξε ιδρυτής του Συνδέσμου Ξενοδόχων το 1941, στον οποίο ήταν για 50 ολόκληρα χρόνια πρόεδρος, ενώ είχε ιδρύσει και την ξενοδοχειακή σχολή και είχε συμβάλει στο να ιδρυθεί ο Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού.

Μετά την επιστροφή του στην Κύπρο στις αρχές της δεκαετίας του 1930, είχε αποφασίσει να αναλάβει το ξενοδοχείο του πατέρα του, το «Παυσίλυπων» κάνοντας κάποιες αλλαγές. Τελικά, αποφάσισε να πείσει τον πατέρα του να δημιουργήσουν ένα καινούριο. Αφού βρήκαν το ιδανικό σημείο, αγόρασαν ένα μέρος δασικής γης και ξεκίνησαν τις πρώτες ενέργειες για την ανέγερσή του. Η γνωριμία τους με τον περίφημο αρχιτέκτονα από την Παλαιστίνη, Samuel Barkai και με εποπτεύοντα μηχανικό τον Benzian Ginsburg το 1933, τους βοήθησε στο κτίσιμο του ξενοδοχείου.

forestparkd

Βασιλιάδες και πριγκίπισσες

«Αν κοιτάξεις καλά στο βάθος, από αυτό εδώ το μπαλκόνι, θα δεις ότι το μάτι σου καταλήγει στο γαλάζιο της θάλασσας, της Λεμεσού», μου λέει ο κ. Σκυριανίδης ενώ βρισκόμαστε στο μπαλκόνι μιας σουίτας. Και συνεχίζει, «ακόμα κι αν κάποτε τα σύννεφα και η ομίχλη εμποδίζουν αυτή τη θέα, είμαι σίγουρος πως σε κανένα άλλο ξενοδοχείο δεν μπορείς να απολαύσεις αυτή την πανοραμική θέα. Όλα αυτά τα δέντρα που βλέπεις γύρω-γύρω, εγώ τα φύτεψα. Τον Ιούλιο του 1936 έγιναν τα εγκαίνια του Forest Park. Παρόλο που δεν είχε προλάβει καλά-καλά να τελειώσει, οι ξένοι επέμεναν να κλείσουν την πρώτη τους διαμονή. Υπήρχαν μόνο οι πρώτοι δυο όροφοι. Όλα τα υπόλοιπα, κτίστηκαν στην πορεία σε μεταγενέστερο στάδιο όπου προστέθηκε ο τρίτος όροφος, το ασανσέρ, η πισίνα, το γυμναστήριο, η αίθουσα μασάζ και μια νέα αίθουσα συνεδρίων με συνολικό αριθμό δωματίων που φτάνει τα 137».

Μέσα από ένα πυκνό δάσος που βρίσκεται στο δυτικό άκρο των Πλατρών, θα δεις το ξενοδοχείο Forest Park. Οι ανέσεις και η φιλοξενία του συνέχισαν να προσφέρουν στους επισκέπτες για περισσότερο από μισό αιώνα την καλύτερη εξυπηρέτηση, με τη φήμη του να φτάνει μέχρι και την Αφρική, την Ευρώπη, την Ελλάδα, τη Μέση Ανατολή.

«Ήταν το μοναδικό ξενοδοχείο τεσσάρων αστέρων στην περιοχή. Αντιλαμβάνεσαι ότι όλοι ήθελαν να το επισκεφθούν. Υπήρξαν πολύ καλές εποχές. Χρυσές. Από τη δεκαετία του 1930, όταν πρωτοξεκίνησε να λειτουργεί, υπήρχε πολλή κίνηση. Όχι μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες. Αυτό, βέβαια, συνέχισε μέχρι και τα τέλη του ‘90.

makarios

«Το βλέπεις αυτό το κυκλικό δωμάτιο του δεύτερου ορόφου;», με ρωτάει, υψώνοντας τον δείχτη του στην άλλη άκρη της πτέρυγας. «Εκείνο το δωμάτιο έχει φιλοξενήσει μερικές από τις πιο μεγάλες προσωπικότητες της εποχής του 20ού αιώνα. Το Forest Park έχει ζήσει μεγάλες στιγμές στο παρελθόν. Τότε, ήταν το μοναδικό ξενοδοχείο στην Κύπρο με διεθνείς προδιαγραφές, όπως ατομικά μπάνια, τραπεζαρία, μπαρ, βιβλιοθήκη, σαλόνι, αίθουσα μπιλιάρδου, μεγάλη αίθουσα χορού, γήπεδο τένις. Έχουν περάσει από εδώ γνωστά πρόσωπα της εποχής, όπως η θεία της βασίλισσας της Αγγλίας, η πριγκίπισσα Μαίρη με τον σύζυγό της, ο Βασιλιάς Φαρούκ της Αιγύπτου, η πριγκίπισσα Ειρήνη μαζί με τον Μακάριο, ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος με τη γυναίκα και το γιο του, ενώ κατά καιρούς έφταναν και ορισμένοι σεΐχηδες οι οποίοι επέλεγαν τα ανεξάρτητα σαλέ του ξενοδοχείου για να περάσουν λίγες ημέρες ηρεμίας. Μια από τις πιο ιδιαίτερες προσωπικότητες που έχουν περάσει από εδώ αποτελεί φυσικά και η Αγγλίδα συγγραφέας Daphne du Maurier, όπου κατά τη διάρκεια της παραμονής της στο ξενοδοχείο, συνέγραψε ένα μεγάλο μέρος από το διάσημο μυθιστόρημα της «Rebecca», το οποίο μετέπειτα έγινε ταινία με την υπογραφή του Alfred Hitchcock. Μεγάλο μέρος της πελατείας ήταν και Κύπριοι, οι οποίοι προέρχονταν κυρίως από γνωστές οικογένειες. Η λεγόμενη «αφρόκρεμα» της Λευκωσίας και της Λεμεσού επέλεγε τις ανέσεις του Forest Park, προκειμένου να απολαύσει αυτό που έλειπε από την πόλη. Ο καθαρός και δροσερός αέρας, το τοπίο της περιοχής, τους δημιουργούσε την επιθυμία να βρεθούν εδώ για λίγες ημέρες. Ήταν και εξακολουθεί να θεωρείται από πολλούς ένα “ησυχαστήριο”. Κατά καιρούς, υπουργοί και οι πρόεδροι διοργάνωναν συναντήσεις με άλλους αξιωματούχους. Αξέχαστα παραμένουν ακόμα τα λεγόμενα Tea Dance που διοργανώναμε τις Κυριακές, κατά τη δεκαετία του ‘50. Ήταν μια καθιερωμένη γιορτή που γινόταν στο ξενοδοχείο και ερχόντουσαν οι οικογένειες για να διασκεδάσουν. Φαντάσου -σε μια εποχή όπου τα αυτοκίνητα στην Κύπρο δεν ήταν πολλά- σε κάθε τέτοια εκδήλωση, οχήματα περίμεναν σειρά μέχρι και την είσοδο. Άλλες φορές, πάλι, κάποιοι ήθελαν τόσο πολύ να βρεθούν στον χορό, που έμπαιναν στο ξενοδοχείο παράνομα και κατέβαιναν από το βουνό. Για εμάς, το γεγονός ότι μέχρι και σήμερα -έπειτα από σχεδόν 80 χρόνια λειτουργίας- το ξενοδοχείο Forest Park, κρατά ακόμα ζωντανές όλες τις αναμνήσεις αυτών των χρόνων, όπως επίσης τους χώρους του, οι οποίοι διατηρούνται με προσοχή ώστε να μη χάσουν την αυθεντικότητα και τον χαρακτήρα του, είναι πολύ σημαντικό».

 forpark

Τα μελανά χρόνια

«Η ιστορία του ξενοδοχείου δεν βασίζεται μόνο στις καλές εποχές που βίωσε. Ας μην ξεχνάμε, πως η Κύπρος κατά καιρούς ήρθε αντιμέτωπη με δύσκολες. Από το 1941 μέχρι το 1943 έγινε κατάληψη του ξενοδοχείου από τους Βρετανούς αποικιοκράτες, προκειμένου να το χρησιμοποιήσουν ως στρατιωτικό νοσοκομείο, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το 1955 μέχρι το ‘58 το Forest Park χρησιμοποιήθηκε ως αρχηγείο των Βρετανών, μιας και κατά τη διάρκεια του αγώνα της ΕΟΚΑ. Ο πατέρας μου θυμόταν πολύ καλά εκείνη τη μέρα που καθόταν στη βεράντα του κι ενώ έπινε το τσάι του όπως συνήθιζε, ένας ταγματάρχης μπήκε στο ξενοδοχείο και του είπε πως σε δυο βδομάδες θα έπρεπε να το είχε εγκαταλείψει παίρνοντας μαζί του και ολόκληρο το προσωπικό. Κάτι αντίστοιχο είχε συμβεί και το 1974, όπου το κράτησαν μόνο για μερικές ημέρες. Δυστυχώς, σήμερα, οι οικονομικές συνθήκες έχουν δημιουργήσει αρκετά προβλήματα ως προς την κανονική λειτουργία του ξενοδοχείου. Τα έξοδα είναι πολλά, ενώ ο τουρισμός δεν έχει την ανταπόκριση που είχε τις προηγούμενες δεκαετίες. Ευχόμαστε ότι κάποια στιγμή τα πράγματα θα γίνουν και πάλι όπως πριν και το ξενοδοχείο θα βρει ξανά τον παλιό του εαυτό».

forestpark1

Στέλιος Σουρμελής

Barman του Forest Park και

εμπνευστής του Brandy Sour

okfl

Άλλη μια σημαντική αναγνώριση για το ξενοδοχείο, αποτελεί και το όνομα του Στέλιου Σουρμελή, ο οποίος υπήρξε για αρκετά χρόνια μέλος του προσωπικού του Forest Park αλλά και του Λήδρα Πάλλας  και εργάστηκε ως γκαρσόνι και στη συνέχεια ως μπάρμαν. Ο Στέλιος Σουρμελής ήταν ο άνθρωπος που κατασκεύασε για πρώτη φορά, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘40, το πρώτο Brandy Sour αποκλειστικά για τον Βασιλιά Φαρούκ της Αιγύπτου. Το Brandy Sour έχει αναγνωριστεί και καθιερώθηκε από τότε επισήμως ως το πρώτο κυπριακό κοκτέιλ. Μάλιστα, ο Στέλιος Σουρμελής φιλοξενήθηκε και στο βιβλίο Guinnes, αφού κατάφερε να ετοιμάσει 400 Brandy Sour σε χρόνο ρεκόρ. Ο εμπνευστής του Brandy Sour έφυγε από τη ζωή στις 14 Νοεμβρίου του 2000, ωστόσο το όνομά παραμένει «δεμένο» με την ιστορία του ξενοδοχείου.

ΣΧΕΤΙΚΑ

LIKE NEWS