ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

BEAUTY NEWS

OMIKRONGood job Nicky:Το φαινόμενο

Good job Nicky:Το φαινόμενο

Ο 25χρονος μουσικός και τραγουδιστής είναι ό,τι καλύτερο γνωρίσαμε καλλιτεχνικά την τελευταία δεκαετία στην Ελλάδα.

Συνέντευξη στον Γιάννη Χατζηγεωργίου
Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν (©Lifo)

Το να πει κάποιος πως «ο good job nicky είναι γιος του Πάριου και της Αλιμπέρτη» ως πρώτο γνώρισμα αυτού που είδε και άκουσε -με τα εκατομμύρια views και τα διθυραμβικά σχόλια από την Ελλάδα και το εξωτερικό- είναι σα να υποτιμά, καταρχήν, τον ίδιο του τον εαυτό και την αισθητική του· η «καταγωγή» του good job nicky, το dna του, είναι το τελευταίο που θα ‘πρεπε να σε απασχολεί, ένα μικρό κυματάκι στον ωκεανό αυτού του μεγάλου ταλέντου. Κι αυτό το αυθύπαρκτο που κατάφερε στη ζωή του ο Νικόλας είναι ίσως και εκείνο που τον έκανε σημαντικό σ’ αυτά που γράφει, σ’ αυτά που δημιουργεί μουσικά, σ’ αυτά που επικοινωνεί και έκανε τόσο κόσμο να «συντονιστεί» μαζί τους· με το μέσα του, κυρίως. Όταν τελειώσαμε το FaceTime μας, και καθώς τον κοιτούσα να κάθεται οκλαδόν επάνω στον λευκό καναπέ του σπιτιού του, με το κοντό του παντελονάκι κι ένα κοντομάνικο κόκκινο φανελάκι ανακατεύοντας κάθε τόσο τα μπλε του μαλλιά (που έβαψε 14 φορές!) του είπα μερικά επίθετα που πίστευα βαθιά για τον ίδιο και γι’ αυτό που τόση ώρα μού εξέπεμπε: Καλομεγαλωμένος / Ώριμος / Καλλιτεχνάρα. Και big σταρ, βεβαίως. Είχα σίγουρα την αίσθηση πως θα ‘χω να λέω στο μέλλον πως -τότε, κάποτε, στα 25 του που ξεκίνησε να κάνει χαμό-, έκανα μία από τις πρώτες συνεντεύξεις αυτού του μελλοντικού Αντετοκούμπο της Ελλάδας στη διεθνή μουσική σκηνή.

Με το «good job Nicky» ήθελες να πεις ένα «μπράβο» στον εαυτό σου;
Ήταν η στιγμή που ένιωσα καλλιτεχνικά ώριμος και, ναι, είπα να πω ένα «μπράβο» στον εαυτό μου. Είναι η αγάπη προς τον εαυτό μου αυτό το όνομα.

Δεν πίστευες πάντα στον εαυτό σου;
Όχι, πάντα πίστευα. Απλώς περνάς από εκείνο το στάδιο που λες πως έχεις κάποια στοιχεία που μπορούν να καλλιεργηθούν σ’ αυτά που σκέφτεσαι, έτσι ώστε να βγουν προς τα έξω, προς τους άλλους και προς τον εαυτό σου. Άρα και αυτό είναι αυτοπεποίθηση.

Θυμάσαι την πρώτη φορά που τραγούδησες στη ζωή σου;
Ναι. Θυμάμαι να είμαι τεσσάρων χρόνων, να είμαστε με τη μητέρα μου στην Πάρο, να βάζει Πρωτοψάλτη στο αυτοκίνητο κι εγώ να «πιάνω» τις νότες. Αυτό μου έλεγε: Πως τραγουδούσα από τότε· και τραγουδούσα και σωστά. Έκανε ησυχία να με ακούσει για να δει αν είμαι σωστός (γελάει).

Ωραία ήταν τα παιδικά σου χρόνια;
Πολύ. Ανέμελα. Τώρα που έτσι ανοίγει κι ο καιρός, θυμάμαι που πηγαίναμε με την μητέρα μου στην Πάρο, στο Μοναστήρι, και κάναμε skiing· η μάνα μου έκανε και με μονό πέδιλο κιόλας. Άστο. Τέλεια. Κι έβαζε κι εμένα και τον αδελφό μου, τον Μιχαήλ, από πολύ μικρή ηλικία, να κάνουμε waterskiing.

Το πρώτο σου live πότε το έκανες;
Το έκανα στη Θεσσαλονίκη, 17 χρόνων, στο THHF Festival, ένα φεστιβάλ που γίνεται κάθε χρόνο με μεγάλη επιτυχία, και μάλιστα είχα παίξει εκεί -όλως περιέργως-, πρώτη φορά, μπροστά σε τέσσερεις χιλιάδες άτομα.

Πώς ένιωσες;
Φυσιολογικά.

Σαν ήδη έτοιμος;
Πως «ανήκω» εδώ. Αυτό ένιωσα. Δεν ξέρω αν περιγράφεται με λέξεις αυτό, αλλά ήταν μία πανέμορφη μέθη· μια πανέμορφη επικοινωνία. Τρέφεις και τρέφεσαι από την ενέργεια του κοινού, δημιουργείται «διάλογος».

Ήταν καλύτερη αυτή η αίσθηση απ’ το να βάζεις τρίποντο;
(γελάει) Ήταν καλύτερο κι από κάρφωμα! Ασχολιόμουν πολύ με το μπάσκετ, το ξέρεις, αλλά, ναι, το τραγούδι, η μουσική, δεν συγκρίνονται.

Αυτό πότε το συνειδητοποίησες;
Σε πρώτο επίπεδο, στο να το «δω», να το νιώσω και να το εισπράξω με τα ίδια μου τα μάτια, συνέβη σ’ αυτό το πρώτο φεστιβάλ στο οποίο συμμετείχα. Αλλά το να το θέλω, να το ποθώ αυτό, ξεκινάει απ’ τον πατέρα μου, από τις στιγμές που τον έβλεπα σε συναυλίες κ.λπ. Ήταν ωραίο! Αυτή η επικοινωνία…Πόσο ρομαντική ήταν αυτή η επικοινωνία…

Σε κάποια από αυτές τις συναυλίες του είπες «θέλω να κάνω τη δουλειά που κάνεις»;
Όχι. Δεν του το είπα ποτέ.

Ντρεπόσουνα;
Όχι.

Φοβόσουνα;
Όχι, καθόλου δεν φοβόμουνα. Ήταν το πείσμα…Ήταν αυτή η αυτοπεποίθηση. Θα σου πω πώς το σκεφτόμουνα. Έλεγα «απ’ τη στιγμή που μπόρεσε ο πατέρας μου, από την Πάρο, απ’ το μηδέν, να καταφέρει αυτά τα σπουδαία που πέτυχε, τότε μπορώ κι εγώ. Από μόνος μου. Χωρίς να του το πω!». Δεν ήθελα ούτε να με καθοδηγήσει, ούτε να με προσδιορίσει κάπως αυτό…Ήθελα να ξέρω πως μπορώ να το κάνω. Χωρίς εκείνος να το ξέρει. Και να το μάθει μετά.

Γι’ αυτό δεν έγινες η «φυσική» συνέχεια του γενεαλογικού σου δέντρου;
Ίσως. Ίσως να ‘ναι κι αυτό. Ο πατέρας μου δεν είχε ιδέα ότι τραγουδάω!

Κι έτσι δεν έγινες «ο γιος του Πάριου» με το που κυκλοφόρησε το πρώτο σου τραγούδι…
Αν αναγνωρίζεται αυτό, χαίρομαι πάρα πολύ. Είναι πολύ σημαντικό για μένα. Γιατί, ξέρεις, έχω δώσει αγώνα να μην με μπλέξει ο κόσμος -καλλιτεχνικά- με την οικογένειά μου· «είναι ο γιος του Πάριου, είναι ο αδελφός του Χάρη κ.λπ». Έχω δώσει αγώνα για να ξεχωρίσω απ’ αυτό.

Ποιο ήταν το πρώτο σου τραγούδι που άκουσε ο πατέρας σου;
Το «January 8th». Όταν κυκλοφόρησε. Μαζί με όλο τον κόσμο.

Ούτε καν αυτό δεν του το ‘πες λίγο πιο πριν;
Nope.

Εκπλήσσομαι!
Γιατί; Έτσι πρέπει! Και τώρα, δες, το χαιρόμαστε και οι δύο εξίσου. Κι είναι πολύ ωραίο το συναίσθημα ο πατέρας μου αυτή τη στιγμή να είναι ένας υπερήφανος πατέρας, όπως θα ήταν ο κάθε πατέρας. Γιατί δεν έχει βάλει ούτε ένα λιθαράκι για να γυρίσει και να πει ή να σκεφτεί «εντάξει, καλός, αλλά κι εγώ τον βοήθησα…». Δεν υπάρχει ούτε ένα «αλλά» σ’ όλο αυτό. Ο πατέρας μου με χαίρεται όπως θα χαιρόταν ο κάθε ένας γονιός το παιδί του.

Ελληνικούς στίχους δεν θες να τραγουδήσεις;
Όχι. Κι είμαι κάθετος σ’ αυτό. Γιατί νιώθω πως, ως οικογένεια, το ‘χουμε καλύψει αυτό (γελάει).

Τόσο καλά αγγλικά πώς έμαθες; Είναι κι η προφορά σου…Σε αγγλικό σχολείο πήγες;
Όχι, όχι. Ο αδελφός μου, ο Χάρης, μας έβαζε από πολύ μικρή ηλικία και βλέπαμε «The Simpsons»· ασταμάτητα. Έχω οποιαδήποτε προφορά θες (μου λέει λέξεις με σκωτσέζικη, λονδρέζικη και αμερικάνικη προφορά).

Έζησες καθόλου στο εξωτερικό;
Πηγαινοερχόμουνα. Πριν από τον κορωνοϊό. Στη Νέα Υόρκη αρκετά. Έχω πάει και στο Λος Άντζελες γιατί έχω συνεργαστεί με τον Scott Storch, που έχει κάνει δίσκο με την Beyonce, που έχει οκτώ Grammys, που έχει ανακαλύψει τον Chris Brown κ.λπ…

Πώς έγινε αυτό;
Από κωλοφαρδία. Του έστειλα μήνυμα με μερικά demos κάποια στιγμή, μου απάντησε, του άρεσαν και πήγα. Έτσι έγινε.

Γενικά, πάντως, η τύχη σε ακολουθεί…Τυχερό παιδί…
Ελπίζω. Αλλά είναι και θέμα εσωτερικού διαλόγου· τι θες, τι ποθείς, για ποια πράγματα «δουλεύεις» εσωτερικά και τι καταφέρνεις ως αποτέλεσμα.

Γιατί δεν φεύγεις απ’ την Ελλάδα;
Γιατί έχει κορωνοϊό! (γελάει).

Αλλιώς;
Αλλιώς θα ήμασταν στη διαδικασία να κλείναμε εισιτήρια με τους συνεργάτες μου και να φεύγαμε. Αλλά, ξέρεις, θέλω κιόλας να με αποδεχθεί ο κόσμος μας, ο δικός μας, εδώ στην Ελλάδα. Θέλω να φύγω έχοντας την αυτοπεποίθηση ότι η χώρα μου είναι από πίσω μου, ότι βγαίνω στο εξωτερικό εκπροσωπώντας τη χώρα μου. Όπως έχει βγει ο Τσιτσιπάς, ο Αντετοκούμπο, διάφορα παιδιά που ζουν στο εξωτερικό και κάνουν την Ελλάδα υπερήφανη. Θέλω να μ’ αγαπήσει η χώρα μου πρώτα! Αυτό με αφορά, με νοιάζει.

Πώς σου φαίνεται που έχεις αποκτήσει πια τόσους fans;
Μου φαίνεται λίγο περίεργη αυτή η λέξη που λες. Δεν είμαι εγώ «ο celebrity» κι οι άλλοι είναι «οι fans». Αυτοί οι άνθρωποι που ακούνε τα τραγούδια μου, είναι μόνο άλλος ένας άνθρωπος που τον άγγιξε αυτό που άκουσε. Τον κάθε ένα τον αντιμετωπίζω ξεχωριστά. Ανθρώπινα. Και στα μηνύματα θέλω ο άλλος να έρθει κοντά στο Νικόλα, όχι στον good job nicky, αν δεν μιλάμε μουσικά.

Όλα σου τα τραγούδια είναι προσωπικές σου ιστορίες;
Είναι είτε προσωπικές μου ιστορίες ή εμπειρίες κοντινών μου ανθρώπων. Ας πούμε, το «Block gon raise up», το έκτο κομμάτι που έχω βγάλει, είναι ένα τραγούδι που αναφέρεται σε εμπειρίες που έχουν να κάνουν με την τριβή ανθρώπων που είχα στην εφηβεία μου.

Στις 8 του Γενάρη τι έγινε;
Είναι μία μέρα πριν τα βρω με την τότε κοπέλα μου, είναι η εσωτερική μάχη που δίνεις ώστε να δεχθείς ότι πρέπει να καλυτερεύσεις για έναν άνθρωπο, να αφήσεις κάποια πράγματα πίσω. Είναι οι σκέψεις που κάνεις για τα θεμέλια που πας να «χτίσεις», το τι χρειάζεται να θυσιάσεις γι’ αυτό για να είσαι καλύτερος.

Όσο σ’ ακούω να μου μιλάς, αναρωτιέμαι: Έτσι σκεφτόσουν πάντα; Με τέτοια ωριμότητα, με τέτοια ενσυναίσθηση;
Σου μίλησα λίγο πριν για την εφηβεία μου. Η εφηβεία μου ήταν λίγο παράξενη…Θα μπορούσα κάλλιστα να είχα αποφύγει χίλιες δυο καταστάσεις στις οποίες είχα μπει. Αλλά δεν τις απέφυγα. Κι αυτές με έκαναν αυτό που είμαι. Έχω κινδυνεύσει αρκετά· και από μαλακίες δικές μου και από της παρέας μου…Έχω κάνει, όμως, τα λάθη που θα ‘πρεπε να κάνω. Αλλιώς τώρα θα ήμουνα σαν ένα καναρίνι σε κλουβί· θα τραγουδούσα μόνος μου.

Επικίνδυνη εφηβεία;
Ναι, μπορείς να το πεις κι έτσι. Έχω υπάρξει σε διάφορες και πολλές καταστάσεις στο παρελθόν για να με τρομάζει πια η οποιαδήποτε άλλη κατάσταση. Αλλά αυτό είναι ωραίο! Άρχισα από νωρίς να βλέπω πιο ώριμα τα πράγματα…

Ο τρόπος που τραγουδάς φανερώνει κι ένα παιδί που στρέφεται πολύ μέσα του…Κάνω λάθος;
Δεν είμαι τόσο εσωστρεφής όσο μπορεί να νομίζουν κάποιοι που με ακούνε ότι είμαι. Είμαι πολύ εξωστρεφής, λατρεύω τον κόσμο, να κάνω παρέες, να λέμε διάφορα, να διασκεδάζουμε…Μπορεί, όμως, κάποιος άνθρωπος δίπλα μου να είναι εσωστρεφής, να μου πει μια ιστορία, κι εγώ μετά να την εκφράσω μουσικά όπως ο ίδιος θα ήθελε να την εκφράσει. Είναι πολλές οι ενδιαφέρουσες ιστορίες που μπορείς να ακούσεις από τους ανθρώπους γύρω σου…

Πότε καταλαβαίνεις ότι έγραψες ένα καλό τραγούδι;
Θα σου πω πώς γίνεται. Καταλαβαίνω ότι μου αρέσει ένα τραγούδι όταν το ζηλεύω! Όταν ακούω κομμάτια που μ’ αρέσουν π.χ, με ενοχλεί που δεν τα σκέφτηκα εγώ πρώτος. Κι όταν, λοιπόν, μέσα στο studio, ακούω ένα κομμάτι και λέω «αυτό θα το ζήλευα!», τότε σημαίνει πως αυτό είναι ένα καλό κομμάτι!

Ο Ερμής Γεραγίδης, το alter ego σου στη μουσική, ο Αλέξανδρος Σταματιάδης στη δημιουργία των εκπληκτικών αυτών clips, οι συνεργάτες σου στην Cobalt Music που κάνουν απίστευτη δουλειά, είναι και η «οικογένειά» σου;
Ναι. Τα βρίσκουμε δημιουργικά γιατί υπάρχει μεταξύ μας ένας τέλειος «χορός» ιδεών. Υπάρχει και μεγάλη δημοκρατία, απ’ την άλλη. Δεν υπάρχει, δηλαδή, περίπτωση να πει κάποιος «αυτό είναι» και τέλος. Καθόμαστε, τα λέμε, βρίσκουμε τις λύσεις πάρα πολύ γρήγορα και προχωράμε από εκεί και πέρα.

Οι τελειομανείς άνθρωποι, όπως υποθέτω πως είσαι κι εσύ, αποφεύγουν μετά να ακούνε τα τραγούδια τους γιατί μπορεί να βρουν λάθη ή κάτι άλλο που θα μπορούσαν να κάνουν και δεν έκαναν. Συμβαίνει και με σένα αυτό;
Όχι. Αλλά η αλήθεια είναι πως δεν ακούω τα κομμάτια μου.

Γιατί;
Γιατί νιώθω ότι δεν μου ανήκουν πλέον! Δεν είναι «δικά μου». Ανήκουν στον κόσμο. Η διαδικασία μέχρι να φτάσει ένα τραγούδι στον κόσμο είναι πολύ μεγάλη, «παλεύω» πολύ το κάθε κομμάτι, πολλή δουλειά…Αλλά όταν η τελειομανία μου με αφήσει να πω «τέλος, αυτό είναι το master», τότε είναι η στιγμή που αφήνω μόνο του και το τραγούδι…

Όλη η καθημερινότητά σου περικλείεται γύρω από τη μουσική;
Ναι. Όλη. Ξυπνάω με μουσική, συνεχίζεται η μέρα μου με μουσική, τελειώνει με μουσική. Πρέπει να ‘χω ήδη γύρω στα 600 κομμάτια αυτή τη στιγμή στο συρτάρι. Τον Ερμή, σκέψου, τον γνώρισα τον Οκτώβριο του 2019 και από τότε κάνουμε περίπου ένα κομμάτι την ημέρα, οπότε υπολόγισε πως τα μισά από αυτά τα έχουμε φτιάξει με τον Ερμή. Μπορεί το βράδυ να πάω μια βόλτα στη Βούλα, στην παραλία, να περπατήσω, αλλά κι εκεί μουσική σκέφτομαι. Δεν σκέφτομαι τίποτ’ άλλο.

Οι φιλοδοξίες σου μέχρι πού φτάνουν;
(γελάει) Άστο…

Νιώθω ότι θα σε χάσουμε…
Δε νομίζω να με χάσετε, αλλά ελπίζω να με βρούνε όλοι οι υπόλοιποι.

Θα το κρατήσεις το good job nicky;
Ε, ναι. Μέχρι να σταματήσω να κάνω καλή δουλειά, θα το κρατήσω.

Περιοδικό “Omikron”, τεύχος 291.

ΣΧΕΤΙΚΑ

LIKE NEWS