CELEBRITIESΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣJο Nesbo: «Η μητέρα μου δεν έχει διαβάσει ούτε ένα βιβλίο μου»

Jο Nesbo: «Η μητέρα μου δεν έχει διαβάσει ούτε ένα βιβλίο μου»

O Nορβηγός «σκοτεινός πρίγκιπας» της αστυνομικής λογοτεχνίας, ο Mr Best Seller (σ.σ τα βιβλία του έχουν πουλήσει 25.000.000 αντίτυπα και εκδίδονται σε περισσότερες από 40 χώρες) προτιμά να περιγράφει τον εαυτό του ως έναν τύπο που του αρέσει «να γράφει και να σκαρφαλώνει σε βράχους». Επισκέπτεται την Ελλάδα από 17 χρονών και τα τελευταία 5-6 χρόνια πηγαίνει στην Κάλυμνο, για την οποία δηλώνει πως «είναι το καλύτερο μέρος για αναρρίχηση in the world, εν-τάξει;». Εντάξει Jo.

Της Κάλλιας Καστάνη

 

Τι μπορεί να φοβίζει τον άνθρωπο που τρομάζει τον κόσμο ολόκληρο; Τι φοβόσασταν όταν ήσασταν παιδί;
Όχι πολλά. Ήμουν ένα γενναίο παιδί –εννοώ σωματικά γενναίο. Πηδούσα στη θάλασσα από τον ψηλότερο βράχο, έκανα άλματα στο σκι, τέτοια πράγματα… Αλλά όταν βράδιαζε, με έναν μυστήριο τρόπο, γινόμουν δειλός, σκέτη κότα. Έτρεμα το σκοτάδι και μισούσα τις ταινίες τρόμου. Με το πρώτο μου κορίτσι είχαμε πάει μια φορά στο σινεμά και, από λάθος μάλλον, βρεθήκαμε να παρακολουθούμε ένα πολύ τρομακτικό horror movie. Θυμάμαι πως στη μέση περίπου του πρώτου μέρους γύρισε προς το μέρος μου –ήταν ένα τόσο δα, μικροκαμωμένο κορίτσι– και μου είπε: «Jo, τι θα γίνει, θα τη δεις την ταινία ή όχι;». Είχα περάσει την περισσότερη ώρα κρύβοντας το πρόσω¬πο με τα χέρια μου! Είναι κάπως παράδοξο, υποθέτω, αν σκεφτεί κανείς τι είδους βιβλία γράφω…

Φοβάστε σήμερα; Το σκοτάδι; Τις αράχνες; Τα αεροπλάνα;
Φοβάμαι, ναι. Όχι πια τόσο πολύ το σκοτάδι, ούτε τα έντομα. Αλλά τις ταινίες τρόμου, σίγουρα… Υποθέτω ότι αυτό συμβαίνει επειδή έχω πολύ ζωηρή φαντασία κι όχι επειδή είμαι δειλός. Τουλάχιστον έτσι λέω στον εαυτό μου.

Έχετε πει πως στο παρελθόν δεν σας άρεσε να διαβάζετε crime stories. Αυτό άλλαξε από τότε που αρχίσατε να τα γράφετε;
Κοιτάξτε, δεν είναι πως δεν μου αρέσουν τα crime stories. Τα απολαμβάνω –απλά τύχαινε να υπάρχουν άλλα βιβλία που με ενδιέφεραν πε¬ρισσότερο. Υπάρχουν όμως crime writers που κατατάσσω ανάμεσα στους κορυφαίους συγγραφείς –ένας απ’ αυτούς είναι ο Jim Thompson, που έγραψε στα ’50s και στα ’60s. Mπορεί να μην είναι τόσο γνωστός όσο ο Raymond Chandler ή ο Dashiell Hammett, όμως προσωπικά πι¬στεύω πως είναι ο καλύτερος.

Από τους σημερινούς; Τους σύγχρονούς σας;
Υπάρχουν μερικοί εξαιρετικοί σ’ αυτό το είδος –ο Dennis Lehane είναι νομίζω ένας απ’ αυτούς. Αλλά ξέρετε, δυστυ¬χώς δεν είμαι συστηματικός αναγνώστης και υπάρχουν ακόμα τόσοι κλασικοί που δεν έχω διαβάσει και που ξέρω πως μια ζωή ολόκληρη δεν θα με φτάσει για να τους διαβάσω, οπότε προσπαθώ να καλύψω τα κενά μου. Ο Hemingway, ο Dostoyevsky, o Mark Twain είναι μερικοί από τους αγαπημένους μου…

Είναι αλήθεια πως η μητέρα σας –που είναι βιβλιοθηκάριος– δεν έχει διαβάσει τα βιβλία σας;
Η μητέρα μου δεν έχει διαβάσει ποτέ ούτε ένα βιβλίο μου! Έμαθε νωρίς νωρίς –για την ακρίβεια την πήραν οι αδερφές της και την προειδοποίησαν– πως τα βιβλία μου περιέχουν τολμηρές ερωτικές σκηνές. Κι έτσι μου είπε «Jo, στείλε μου σε παρακαλώ τα βιβλία σου να τα βάλω στη βιβλιο¬θήκη μου, αλλά σε παρακαλώ προσπάθησε να καταλάβεις πως μου είναι δύσκολο να διαβάσω τι γράφει το μικρό μου αγόρι για το σεξ». Κι εγώ της είπα «Εντάξει μαμά, είμαστε σύμφωνοι –να σου πω την αλήθεια, κι εγώ προτιμώ να μην τα διαβάσεις. Έτσι όποτε γράφω για σεξ, δεν θα χρειάζεται να ανησυχώ τι θα πει η μάνα μου όταν το διαβάσει…».

Ο κόσμος τείνει ποτέ να σας συσχετίζει με τους «κακούς» σας ήρωες; Θέλω να πω, ένας άντρας που βγάζει το ψωμί του γράφοντας για φόνους και serial killers δεν μπορεί να είναι τελείως φυσιολογικός…
Είναι αλήθεια πως μερικές φορές ο κόσμος γυρνάει και μου λέει «Περίεργο, δείχνεις εντάξει τύπος Jo, πώς μπο¬ρείς και γράφεις όλα αυτά τα απαίσια πράγματα;». Για να είμαι ειλικρινής, με παραξενεύει το ότι οι άνθρωποι συνη¬θίζουν να λένε πως δεν σκέφτονται καθόλου έτσι. Πάντα πίστευα πως η φαντασία μας δεν γνωρίζει όρια, δεν υπάρ¬χει κανενός είδους λογοκρισία μες στο κεφάλι μας. Όταν φαντάζομαι κάτι φριχτό ή ακραίο, η δική μου δουλειά –η δουλειά του συγγραφέα– είναι να μην το φοβηθώ, να μην το αποδιώξω, αλλά να το σκεφτώ αναλυτικά ως το τέλος, να ακολουθήσω μια ιδέα ώσπου να δω τι κρύβεται στην άλλη άκρη της. Είναι μια ενδιαφέρουσα δουλειά. Είναι σχετικά ευχάριστο να ξυπνάω γύρω στις 5 ή 6 το πρωί και να σκέφτομαι την περιπλάνηση ενός αληθινά βίαιου, σα¬διστή δολοφόνου –βρίσκω κάτι, ένα εύρημα, και λέω μέσα μου «Ω, τι τέλεια ιδέα!». Και μετά ξυπνάω ευτυχισμένος! Το ξέρω ότι όλο αυτό ακούγεται κάπως διεστραμμένο, αλλά τι να γίνει… Αυτή είναι η δουλειά μου.

nesbo1

Έχετε αναρωτηθεί ποτέ τι είναι αυτό που σας τραβάει προς αυτή τη μαύρη τρύπα; Την πιο σκοτεινή πλευρά των ανθρώπων;
Ξέρετε, όταν πήγαινα σχολείο στο Όσλο, υπήρχε αυτό το αγόρι, ο Raul, που καθόταν δίπλα στο παράθυρο. Έπιανε μύγες και μετά καθόταν με ένα τσιμπιδάκι και τους έβγαζε τα πόδια… Δοκίμαζε διάφορα. Έλεγε «Άραγε αν της βγάλω ένα πόδι, θα πε¬τάξει; Δύο; Κι αν της βγάλω ένα φτερό;». Θυμάμαι πως τον κοίταζα και αναρωτιόμουν τι στο καλό γινόταν μες στο κεφάλι του. Θέλω να πω, αλήθεια, ποιος φέρνει τσι¬μπιδάκι φρυδιών στο σχολείο; Δεν υπάρχει κανένας λόγος να το φέρεις –το έφερνε επίτηδες, για να βασανίσει τις μύγες. Κι αυτό με τρόμαζε. Από την άλλη πλευρά, ήμουν κι εγώ περίεργος, περίμενα να δω αν η μύγα θα πετάξει ή όχι. Το ίδιο συμβαίνει νομίζω με όλους τους ανθρώπους. Έχουμε μέσα μας την αποστροφή και την περιέργεια για το κακό. Θυμάμαι πως αισθανόμουν ένοχος βλέποντας τον Raul –παρότι δεν έφερνα εγώ το τσιμπιδάκι. Στην πραγματικότητα, λοιπόν, αυτό που κάνω σήμερα είναι να γράφω για κείνο το παιδί. Και για τη μύγα.

Το καλό και το κακό περπατάνε μαζί στα βιβλία σας, ξαπλώνουν στο ίδιο κρεβάτι με τους ήρωές σας. Γι’ αυτό, νομίζετε, αγαπάει ο κόσμος τον ήρωά σας, τον επιθεωρητή Χάρι Χόλε; Επειδή βλέπει τη διαρκή μάχη που γίνεται μέσα του; Και επειδή το καλό στο τέλος κερδίζει;
Nαι, αλλά ο Χάρι σταδιακά γλιστρά προς τη σκοτεινή πλευρά, αρχίζει να μοιάζει πια περισσότερο με τους κακοποιούς που κυνηγάει παρά με τους συναδέλ¬φους του στην Αστυνομία. Τα ηθικά διλήμματα που θέτω σε κείνον είναι διλήμματα που θέτω και στον αναγνώστη: Τι θα έκανες αν ήσουν στη θέση του Χάρι; Είσαι σίγου¬ρος πως θα έκανες πάντα το σωστό; Κι αν όχι, πώς θα το δικαιολογούσες; Νομίζω πως είμαστε όλοι εξπέρ στο να κατεβάζουμε επιχειρήματα και δικαιολογίες που μας κάνουν να δείχνουμε πάντα τα «καλά παιδιά» στις δικές μας, προσωπικές ταινίες. Αλλά αν εξετάσει κανείς λίγο πιο προσεκτικά τις επιλογές του, θα διαπιστώσει πως ίσως δεν κάνει πάντα τις πιο σωστές, από ηθική άποψη, επιλογές.

Ο Χάρι είναι πάντως ένας σκοτεινός τύπος. Μια θεωρία που κυκλοφορεί λέει πως μάλλον δεν τον συμπαθείτε και πολύ –αλλιώς δεν θα τον υποβάλλατε σε τόσο πολλές δοκιμασίες. Τον βασανίζετε ή σας βασανίζει;
Τον Χάρι; Μπα! Με ρώτησαν, ξέρετε, αν ο Χάρι θα μπορούσε να γίνει φίλος μου, αν συναντιόμασταν κάπου. Νομίζω πως ναι. Μου αρέσει ο Χάρι, είναι ο τύπος μου. Λένε πως όλοι οι συγγραφείς γράφουν για τον εαυτό τους και υποθέτω πως σε ένα βαθμό αυτό είναι αλήθεια, κατά κάποιο τρόπο ο Χάρι είναι το alter ego μου. Δεν θα περνούσα όμως και πολλή ώρα μαζί του. Είναι πολύ έντονος. Πολύ σκοτεινός. Πράγματι, τον έχω υποβάλει σε τρομερό πόνο –όμως αυτό δεν έχει να κάνει με μένα, αλλά με κείνον, ως χαρακτήρα. Υπάρχει μια βαρύτητα σε ορισμένους χαρακτήρες, μια λογική που τους οδηγεί. Ο Χάρι είναι μια τραγική φιγούρα, η ζωή του, όπως εξελίσσεται, μοιάζει όλο και πιο πολύ με μια αρχαία ελληνική τραγωδία. Το μόνο που μπορώ να κάνω εγώ είναι να ακο¬λουθήσω τη βαρύτητα του χαρακτήρα.

Η βαρύτητα οδηγεί συνήθως στην πτώση και ο Χάρι δεν έχει «εκπέσει» ακόμα. Να υποθέσουμε πως κάπου, κάπως, τον περιμένει άλλο ένα βιβλίο;
Ναι, φυσικά. Όταν έγραψα το τρίτο μυθιστόρημά μου, με ήρωα τον Χάρι Χόλε, τον «Κοκκινολαίμη», κάθισα και έγραψα ολόκληρο το story line του, την εξέλιξή του –αυτό ακολουθώ. Οπότε ναι, υπάρχουν ακόμα μερικά βιβλία σε αναμονή. Δεν ξέρω πώς ακριβώς θα τελειώσει ή πότε θα τελειώσει –το μόνο που μπορώ να σας πω είναι πως θα τελειώσει. Θα υπάρξει ένα τέλος στην ιστορία και μετά απ’ αυτό ο Χάρι δεν πρόκειται να αναστηθεί.

nesbo3

Ακόμα κι αν οι αναγνώστες σας γίνουν έξαλλοι μαζί σας;
Φυσικά. Ως συγγραφέας δεν αισθάνομαι κανενός είδους πίστη προς τους αναγνώστες μου. Δεν είναι μες στις προθέσεις μου να τους δώσω ό,τι νομίζουν πως χρειάζονται –μπορεί να τους δώσω κάτι που δεν ήξεραν καν ότι ήθελαν. Πιστός αισθάνομαι μόνο στην ιδέα, στην ιστορία μου.

Είπατε πως ο Χάρι είναι ήρωας αρχαιοελληνικής τραγωδίας –έχετε διαβάσει τους Έλληνες κλασικούς;
Εννοείται. Στη Νορβηγία τους διδασκόμαστε στο σχολείο, αργότερα όμως τους διάβασα και για προσωπική ευχαρίστηση. Ξέρετε τι είναι ενδιαφέρον; Αν παρακολου¬θήσετε πώς δομείται η αφήγηση στον δυτικό κόσμο, θα δείτε πως παρά τις επιμέρους διαφορές των ειδών, όλες οι ιστορίες υπακούουν στον αρχαιοελληνικό κανόνα για τη δομή του δράματος: έκθεση, δέση και λύση. Αυτή είναι ακόμα η βάση μας, ο μοναδικός τρόπος που έχουμε για να λέμε ιστορίες.

Γίνεται μια συζήτηση για να μεταφερθεί ένα από τα βιβλία σας –ο «Χιονάνθρωπος»– στο σινεμά, με πρωταγωνιστή τον Michael Fassbender. Θα συμμετέχετε σε αυτό το project;
Κοιτάξτε, τα βιβλία μου έχουν γραφτεί, είναι εκεί, είναι ένα σύμπαν από μόνα τους. Ο σκηνοθέτης είναι ένας άλλος παραμυθάς –το πιθανότερο είναι πως εκείνος θα επινοήσει ένα άλλο σύμπαν, με έναν Χάρι διαφορετικό από κείνον που φαντάστηκα εγώ. Πάντα βλέπω τα βιβλία μου με αυτή την προοπτική: ως βάση, «τροφή», για άλλους παραμυθάδες, Αυτή την εποχή γράφω μια νουβέλα, τον «Μάκβεθ», που βασίζεται στο ομώνυμο έργο του Σέξπιρ, κι έχω ένα προαίσθημα πως ο Σέξπιρ δεν θα ήταν και πολύ χαρούμενος με τον τρόπο που μεταχειρίζομαι τον ήρωά του. Τι κάνω; Προσπαθώ να είμαι όσο πιο ασεβής γίνεται απέναντί του. Το ίδιο ελπίζω πως θα κάνει και οποιοσδήποτε σκηνοθέτης πάρει στο χέρι του το βιβλίο μου.

Αν γράφατε ένα βιβλίο για την Ελλάδα και την ελληνική κρίση, τι βιβλίο θα ήταν; Δράμα; Κωμωδία; Πολιτικό θρίλερ;
Μμμ… δεν ξέρω. Ίσως θα έπρεπε να αρχίσω να επισκέπτομαι τη χώρα σας πιο συχνά για να σας δώσω μια απάντηση σ’ αυτό. Ίσως όμως έχετε δίκιο. Δυνητικά, η Αθήνα θα ήταν ένα ενδιαφέρον μέρος για να γραφτεί ένα βιβλίο.

Τι κάνετε όταν δεν γράφετε; Είστε ένας κανονικός άνθρωπος, που πάει σε μπαρ, στο σινεμά, ακούει μουσική, πάει στο πάρκο βόλτα με την κόρη του;
Υποθέτω πως το καλύτερο για μένα θα ήταν τώρα να διατηρήσω το μυστήριο γύρω από το πρόσωπό μου και να μη σας πω τίποτα, αλλά η αλήθεια είναι ότι είμαι μάλλον ένας βαρετός, κανονικός άνθρωπος. Κάνω όλα όσα είπατε, ταξιδεύω πολύ, γράφω, σκαρφαλώνω σε βράχους, προσπαθώ να βλέπω περισσότερο τους φίλους μου, την οικογένειά μου, την κόρη μου. Δεν έχω ποτέ αρκετό χρόνο.

Στο τελευταίο σας βιβλίο ο ήρωάς σας λέει κάπου: «Ιστορίες πλάθουμε, με αρχή και τέλος και γνώμονα τη λογική, λες κι η ζωή θα αποκτήσει έτσι νόημα». Γι’ αυτό γράφετε;
Κοιτάξτε, η ζωή, η αληθινή ζωή, είναι ένα χάος. Μια αλληλουχία ακατανόητων πολλές φορές γεγονότων. Γεννιόμαστε, μεγαλώνουμε, ερωτευό¬μαστε τρελά μια γυναίκα, την παντρευόμαστε και μετά από έξι μήνες τη χωρίζουμε, παθαίνουμε καρκίνο και πεθαίνουμε πριν κλείσουμε τα 40. Καθένα απ’ αυτά τα γεγονότα, από μόνο του, δεν βγάζει νόημα. Αλλά αν τα βάλεις σε ένα μυθιστόρημα, μπορείς να τα οργανώσεις. Μπορείς να κάνεις τη ζωή να μοιάζει σαν να έχει κάποιο νόημα, σαν να ακολουθεί ένα πεπρωμένο, μια λογική. Γι’ αυτό, άλλωστε, οι άνθρωποι διαβάζουν βιβλία. Γιατί στη λογοτεχνία, ακόμα και αν τα πράγματα δεν έχουν νόημα, συνθέτουν πάντως μια εικόνα την οποία μπορείς να κοιτάς. Μια εικόνα που μπορεί να έχει μια μικρή, ελάχιστη, μεγάλη ή διεστραμμένη ομορφιά και που υπα¬κούει σε κάποια λογική. Αυτό είναι για μένα η ουσία τού να λες μια ιστορία.

ΣΧΕΤΙΚΑ

LIKE NEWS